The Guardian
Στις κινεζικές αντιδράσεις απέναντι στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο υπόλοιπος κόσμος, από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Βομβάη μέχρι την οικονομική ύφεση στην Ευρώπη και την Αμερική, διακρίνει κανείς μία αίσθηση αυταρέσκειας, ακόμη και χαιρεκακίας. «Αν αυτά παθαίνει κανείς με τη δημοκρατία, τότε ίσως είναι καλύτερα που εμείς δεν έχουμε δημοκρατία», δήλωσε πρόσφατα ένας ανώτατος αξιωματούχος, σχολιάζοντας τις θηριωδίες στην Ινδία. Εάν η Δύση θέλει να την ξελασπώσει σήμερα η Κίνα από το χάος που η ίδια προκάλεσε στο χρηματοπιστωτικό της σύστημα, θα πρέπει να της παράσχει περισσότερες εξουσίες στη διεθνή σκηνή. Το σύνθημα «Η Κίνα επέστρεψε» εναλλάσσεται με τη διαπίστωση ότι «κάτι τέτοιο ποτέ δεν θα συνέβαινε εδώ». Πιθανότατα όμως προτρέχουν. Αν συμβαίνει αυτό, τότε το πρόβλημά τους θα γίνει και δικό μας.
«Ανεπανάληπτη» θα ήταν ίσως η μοναδική λέξη για να περιγράψει κανείς την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας τα τελευταία 30 χρόνια, από τότε που ο Ντενγκ Ξιαοπίνγκ ξεκίνησε τη λεγόμενη «περίοδο των μεταρρυθμίσεων». Ο μέσος όρος ανάπτυξης αυτές τις τρεις δεκαετίες ήταν 9% ετησίως. Καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές, κοιτώ τους λαμπρούς ουρανοξύστες που κυριαρχούν στο αστικό τοπίο της Σαγκάης και σκέφτομαι ότι καμία άλλη δυτική πρωτεύουσα, εκτός ίσως από τις μεγάλες αμερικανικές πόλεις, δεν μπορεί να αντιπαρατάξει κάτι παρόμοιο. Στην απέναντι όχθη του ποταμού, το εμπορικό κέντρο Superbrand δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από τα αντίστοιχά του στον δυτικό κόσμο.
Εντάξει, πόλεις όπως η Σαγκάη είναι νησίδες ευμάρειας σε μία θάλασσα υπανάπτυξης που χαρακτηρίζει την ύπαιθρο, αλλά και πάλι, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι σε αυτές τις νησίδες κατοικούν πάνω από 300 εκατομμύρια άνθρωποι. Εάν συνεχίσουν ως έχουν τα πράγματα, τότε η κινεζική οικονομία θα φτάσει σε μέγεθος εκείνες της Αμερικής και της Ευρώπης μέχρι το 2020, σύμφωνα με τους αναλυτές του περιοδικού Economist. Αυτό το «αν» είναι όμως πολύ σημαντικό.
Ο γνωστός υπέρμαχος της ελεύθερης αγοράς, Ζανγκ Γουέινγκ, πρόεδρος της εντυπωσιακής νέας σχολής διοίκησης επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου του Πεκίνου, θεωρεί ότι η διαδικασία μεταρρύθμισης της κινεζικής οικονομίας έχει πλέον, μετά 30 χρόνια, ολοκληρωθεί. Μπορεί οι γιγαντιαίες επιχειρήσεις της χώρας να είναι ακόμη κρατικές, αλλά οι μειοψηφίες των μετοχών τους ανταλλάσσονται στα χρηματιστήρια του κόσμου και τα διοικητικά τους συμβούλια ενεργούν με αποκλειστικό σχεδόν γνώμονα την αύξηση της κερδοφορίας. Εχουν ακόμη δρόμο να διανύσουν, αλλά η κατεύθυνση που έχουν πάρει είναι σαφής.
Αυτό που χρειάζεται να γίνει τα επόμενα 30 χρόνια, σύμφωνα με τον Γουέινγκ, είναι να συνοδευθεί η οικονομική ανάπτυξη με τις κατάλληλες πολιτικές μεταρρυθμίσεις, αρχίζοντας με την εμπέδωση ενός κράτους δικαίου. Το επιχείρημα αυτό ακούγεται συχνά στη χώρα, ακόμη και σε μέρη που δεν θα το περίμενε κανείς. Για παράδειγμα, ο Γιου Γιεπίνγκ, πολιτικός επιστήμονας και υποδιευθυντής στο Τμήμα Μεταφράσεων του Κομουνιστικού Κόμματος, το οποίο ασχολείται αποκλειστικά με τη συλλογή και τη μετάφραση συγγραμμάτων επιφανών μαρξιστών (από τον ίδιο τον Μαρξ μέχρι τον Χου Ζιντάο), πιστεύει ότι η χώρα μετατρέπεται σταδιακά από «κράτος ανδρών» σε «κράτος δικαίου».
Για πρώτη φορά ύστερα από χιλιάδες χρόνια που υφίσταται το κινεζικό κράτος, απλοί πολίτες απολαμβάνουν το δικαίωμα να καταγγείλουν νομικά πράξεις της εξουσίας. Προσθέτει όμως ότι ακόμη και οι ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι δεν μπορούν να είναι υπεράνω του νόμου. Η χώρα πρέπει να καταπολεμήσει τη διαφθορά και να διασφαλίσει τη διαφάνεια στη διακυβέρνησή της. Οι δημόσιες υπηρεσίες πρέπει να γίνουν πιο αποτελεσματικές. Και τέλος, η δημοκρατία πρέπει να εδραιωθεί, τόσο σε τοπικό επίπεδο, όσο και μέσα στο Κομουνιστικό Κόμμα. Αν τα άκουγε αυτά ο σύντροφος Λένιν από τους επιγόνους του, θα γύριζε από τον τάφο του.
Η πρακτική εφαρμογή βέβαια απέχει πολύ από τη θεωρία. Οποιοσδήποτε Κινέζος δικηγόρος θα σας διαβεβαίωνε ότι η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης παραμένει όνειρο θερινής νυκτός. Και η άρχουσα τάξη, η οποία κατ’ όνομα μόνο παραμένει κομμουνιστική, διατηρεί απαράβατη μία βασική λενινιστική αρχή: δεν μοιράζεται με κανέναν το μονοπώλιο κρατικής εξουσίας που κληρονόμησε. Εντούτοις, ακόμη και στις πολιτικές μεταρρυθμίσεις, η γενικότερη κατεύθυνση προς την οποία κινείται η χώρα είναι ορθή.
Ιδέες και προτάσεις
Αν θέλουμε να λεγόμαστε σώφρονες εμείς που ζούμε στον υπόλοιπο κόσμο, τότε θα πρέπει να ενθαρρύνουμε τις προσπάθειες που γίνονται στην Κίνα, με κάθε μέσο που έχουμε στη διάθεσή μας. Αντί να λέμε «τίποτε δεν θα γίνει αν δεν εγκαθιδρύσετε πολυκομματική δημοκρατία δυτικού τύπου», οφείλουμε να τους δώσουμε ιδέες: «Ορίστε τι σας προτείνουμε για να ενισχύσετε το κράτος δικαίου σας ή για να βελτιώσετε την αποτελεσματικότητα και τον επαγγελματισμό του δημόσιου τομέα σας». Θα επιτύχουμε πολύ περισσότερα προτείνοντας μεθόδους για χρηστή διακυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένου και του τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρά επιμένοντας σε ένα συγκεκριμένο μοντέλο δημοκρατίας.
Πριν από 30 χρόνια, θα λέγαμε ότι ο λενινιστικός καπιταλισμός είναι ένα οξύμωρο, μία αντίφαση, όπως οι «τηγανητές χιονόμπαλες». Ορίστε όμως σήμερα, που τον έχουμε μπροστά στα μάτια μας. Ποιος ξέρει τι μπορεί να έχει καταφέρει η Κίνα μετά 30 ακόμη χρόνια...
Εσωτερικές πιέσεις
Προς το παρόν, πάντως, το σύστημα της χώρας αντιμετωπίζει πολλές εσωτερικές πιέσεις. Οι πορείες διαμαρτυρίας γίνονται όλο και πιο συχνές και δεν είναι λίγες οι φορές που καταλήγουν σε βίαια επεισόδια: πρόσφατα, διαδηλωτές εισέβαλαν στα γραφεία του κομουνιστικού κόμματος στην επαρχία Γκανσού. Αυτό συνέβη μάλιστα πριν αρχίσουν οι κάτοικοι να νιώθουν στο πετσί τους την οικονομική κρίση. Το μεγάλο στοίχημα του συστήματος είναι αν θα αντέξει στους δύσκολους καιρούς που έρχονται. Μέχρι τώρα δεν μας έχει αποδείξει ότι μπορεί να τα καταφέρει. Ποιο είναι όμως το εναλλακτικό σενάριο; Πιθανότατα θα συμβεί ό,τι και στις χώρες του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ. Προσπαθώντας να εκτονώσουν την πίεση των υψηλών προσδοκιών που έρχονται σε αντίθεση με τις μειωμένες επιδόσεις, οι πιθανοί διάδοχοι των κομουνιστών θα στραφούν στον εθνικισμό, για να διατηρήσουν την εξουσία τους.
Εχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι η τακτική αυτή θα συναντήσει ευήκοα ώτα. Ηδη, βλέπει κανείς διάχυτη αντιπάθεια για τους Θιβετιανούς και στους Μουσουλμάνους. Στην μπλογκόσφαιρα της Κίνας, συναντάμε πολύ πιο έντονα εχθρικά συναισθήματα απέναντι στη Δύση, από εκείνα του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Αν λοιπόν το σημερινό σύστημα αποτύχει και καταρρεύσει, τότε ο υπερεθνικισμός θα αντικαταστήσει τον κομμουνισμό. Σε μια τέτοια περίπτωση, δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε πώς θα αποφευχθεί ένας πιθανός πόλεμος με την Αμερική. Ηδη το σενάριο έχει αρχίσει να συζητείται στους διαδρόμους του Πενταγώνου, όπως δήλωσε άλλωστε και ο ναύαρχος Γουίλιαμ Φάλον, πρώην διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στον Ειρηνικό.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 7/12/2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου