Tου Χρήστου Γιανναρά
Oι Ευρωεκλογές 2009 επιβεβαίωσαν τη διαπίστωση ότι η ελλαδική κοινωνία δεν έχει τις προϋποθέσεις να ανακάμψει από την παρακμιακή αποσύνθεση.
Η χωρίς σκέψη και κρίση από εθισμό ψήφος στα δύο «κόμματα εξουσίας» (ομολογημένη σε δημοσκοπήσεις προεκλογικές) διατήρησε ποσοστό αποκαρδιωτικά υψηλό. Το δίδυμο των αυτουργών της διάλυσης του κράτους και της καταλήστευσης του κοινωνικού χρήματος, οι κραυγαλέα ανίκανοι να επιλύσουν στοιχειώδη, καίρια προβλήματα της οργανωμένης συμβίωσης, αμνηστεύθηκαν και επιβραβεύτηκαν από τα δύο τρίτα και πλέον των πολιτών που έφτασαν ώς την κάλπη.
Που σημαίνει: τα δύο τρίτα των όσων εψήφισαν αποφασίζουν για τη ζωή τους και τη ζωή των παιδιών τους χωρίς να έχουν καταλάβει τι συνέπειες έχει ο εξωφρενικός υπερδανεισμός του κράτους, η κατεστημένη κλοπή του κρατικού κορβανά, η θεσμοποιημένη αναξιοκρατία, η δημοσιοϋπαλληλοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων και ανυπαρξία συλλογικής άμυνας, η καλπάζουσα δημογραφική φθίση, η διάλυση του σχολειού και ο εξευτελισμός των πανεπιστημίων, η επικρεμάμενη κατάρρευση του ασφαλιστικού συστήματος, η συντελεσμένη χρεοκοπία του συστήματος υγείας. Για πολλοστή φορά παραγράφηκαν με την ψήφο της πλειονότητας τα κοινωνικά και πολιτικά εγκλήματα της ιδιοτελούς έμπρακτης σύμπνοιας των «κομμάτων εξουσίας».
Τα δύο τρίτα των όσων εψήφισαν αποδείχθηκαν δίχως την ικανότητα να αντιληφθούν τι σημαίνει, για το συμφέρον τους και για την αξιοπρέπειά τους, το ψευδοδίλημμα ανάμεσα σε έναν παραλυτικά άτολμο και σε έναν ανήκεστα μειονεκτικό σε φυσικά προσόντα πρωθυπουργό. Οι Ευρωεκλογές επιβεβαίωσαν οδυνηρά ότι στην Ελλάδα σήμερα οι δείχτες της κατά κεφαλήν ικανότητας για κριτική σκέψη και διάκριση ποιοτήτων έχουν φτάσει στα επίπεδα τριτοκοσμικών κοινωνιών – η διαπίστωση επικυρώνεται και από τις μετρήσεις των τηλεοπτικών προτιμήσεων του πληθυσμού.
Δυστυχώς η περίπτωσή μας των Νεοελλήνων ενισχύει τον ισχυρισμό του διαβόητου Σάμιουελ Χάντινγκτον ότι κοινωνίες υπανάπτυκτες δεν έχουν τη δυνατότητα να προσλάβουν και αφομοιώσουν το δυτικό μοντέλο της (κοινοβουλευτικής) δημοκρατίας. Τα πολιτικά κόμματα στις κοινωνίες αυτές αλλοτριώνονται σε συντεχνίες συμφερόντων και σε καρκινώματα διαφθοράς, το δικαίωμα της ψήφου υπηρετεί ιδιοτελείς συναλλαγές, ο κομματικός φανατισμός συναγωνίζεται την αλογία της ποδοσφαιροφιλίας.
Εκατόν σαράντα εννέα χρόνια, από το 1833 ώς το 1974, η αδυναμία της μεταπρατικής ελλαδικής κοινωνίας να μιμηθεί αποτελεσματικά το δάνειο μοντέλο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας «επιτροπεύετο» από την εγκάθετη αλλοδαπή βασιλεία. Και όταν η στανική αυτή «επιτροπεία» διαπλεκόταν με τη φαυλότητα των πολιτικών και οδηγούσε σε τυπικά τριτοκοσμικά αδιέξοδα, επενέβαινε ο αυθαίρετος πατριωτισμός του στρατού: Τα στρατιωτικά πραξικοπήματα διαδέχονταν το ένα το άλλο, κάποτε και με απόσταση μηνών. Κατά κανόνα αναχαίτιζαν περιστασιακά τη φαυλότητα, αλλά καθυστερούσαν δραματικά τη θεσμική «ενηλικίωση» του κράτους. Σπάνια οι παρεμβάσεις στρατιωτικών υπήρξαν ευεργετικές – κίνημα στρατηγού Μακρυγιάννη 1843, συνταγματάρχη Νικόλαου Ζορμπά 1909, συνταγματάρχη Νικόλαου Πλαστήρα 1922. Ευεργετικές, επειδή δεν υποκατέστησαν την πολιτική εξουσία, απλώς έδωσαν στην κοινωνία την αδέσμευτη από κομματικές ιδιοτέλειες δυνατότητα να επαναδιατυπώσει, με Συντακτικές ή Αναθεωρητικές Εθνοσυνελεύσεις, φραγμούς στην αυθαιρεσία της εξουσίας.
Μόνο τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια, από το 1974 ώς σήμερα, η μίμηση του δυτικού κοινοβουλευτικού προτύπου προσπαθεί να λειτουργήσει χωρίς βασιλική επιτροπεία και χωρίς ενδεχόμενο επεμβάσεων στρατιωτικής παιδονομίας. Κάποιοι σπεύδουν να θριαμβολογήσουν ότι ο πολιτικός βίος στην Ελλάδα μπήκε σε φάση ενηλικίωσης, αλλά προφανέστατα απατώνται ή κατάφωρα ψεύδονται: Διότι ναι μεν η βασιλική επιτροπεία εξέλιπε και επεμβάσεις στρατιωτικών είναι εκ των πραγμάτων αδιανόητες, αλλά ο έλεγχος της φαυλότητας και της αυθαιρεσίας δεν κατοχυρώθηκε με θεσμούς και συνταγματικές διατάξεις δημοκρατικής λειτουργίας των κομμάτων, δραστικού ελέγχου, πειθαρχικού και αξιοκρατικού, τόσο των διαχειριστών της εξουσίας όσο και των κρατικών λειτουργών.
Η δημοκρατία (έστω και μεταπρατική, κοινοβουλευτική) παραμένει για την Ελλάδα ανεπίτευκτος στόχος. Από την παλατιανή αυθαιρεσία και το ανεξέλεγκτο του στρατιωτικού πατριωτισμού περάσαμε στον συνταγματικά κατοχυρωμένο απολυταρχισμό της κομματοκρατίας. Η εξουσία δεν πηγάζει από την υπεύθυνη κρίση και βούληση του λαού, πηγάζει από την πιο επιδέξια (πιο καλοπληρωμένη) πλύση εγκεφάλου των ψηφοφόρων. Ιλιγγιώδη ποσά κρατικού χρήματος και μαφιόζικης «διαπλοκής» διασπαθίζονται για την κομματική διαφημιστική προπαγάνδα που μεθοδικά εξανδραποδίζει τον λαό, χειραγωγεί τα δύο τρίτα των πολιτών να ψηφίζουν από ψυχαναγκαστικό εθισμό, χωρίς σκέψη και κρίση.
Πολίτες «ανεπαισθήτως» υπόδουλοι, λαός ανυποψίαστων ραγιάδων, σκλάβοι ντοπαρισμένοι με ψευδαισθήσεις ελευθερίας. Μας επιτρέπουν να ψηφίζουμε, αλλά με στημένους ακαταμάχητους μηχανισμούς υφαρπαγής της ψήφου μας. Μας παραμυθιάζουν με φαντασιώσεις ελευθερίας και δικαιωμάτων, με το να μας αφήνουν να «διαδηλώνουμε» αναμηρυκάζοντας συνθήματα που μας υπαγορεύουν κομματικοί εγκάθετοι με ντουντούκα. Ποτέ άλλοτε στην Ιστορία τόσοι πολλοί δεν υποτάχθηκαν με τόσο ζήλο στα επαγγελματικά συμφέροντα τόσο λίγων.
Τρεις οικογένειες μοιράζουν την τράπουλα, νέμονται διαδοχικά την εξουσία, συντηρούν και τις προσχηματικές αντιπολιτεύσεις: αγραβάτωτους μανιακούς της εξουσιαστικής (μηδενιστικής) ιδεολογίας, κομματικά απολιθώματα παλαιοημερολογιτικής ψυχοπαθολογίας. Και οι ραγιάδες όλα τα καταπίνουν, καταθέλγονται από τους γόνους της φεουδαλικής τριαρχίας, χοροπηδούν με κομματικές σημαιούλες κάτω από τα μπαλκόνια τους ό,τι και αν πουν, όποιοι και αν είναι: ευφυείς ή καθυστερημένοι, εύγλωττοι ή άγλωσσοι, ικανοί ή ατάλαντοι, πατριώτες ή απάτριδες. Η ποιότητα δεν λογαριάζεται, γυμνά ονόματα ψηφίζουμε, nomina nuda tenemus.
Η απορία είναι: καλά εμείς, η αδύναμη και ευεπηρέαστη πλεμπάγια. Αλλά ο κόσμος των επιχειρήσεων, οι χαρισματικοί της δημιουργίας, όσοι έχουν επενδύσει μόχθο και καρπούς του μόχθου τους σε αυτή τη χώρα, δεν αγωνιούν, δεν τρομάζουν από την κατακλυσμική δυναμική της παρακμής;
Το χρήμα, ναι, δεν έχει πατρίδα (γι’ αυτό και οι πιστοί του Ιστορικού Υλισμού εύκολα μεταλλάσσονται σε καριερίστες διεθνιστές). Αλλά ο άνθρωπος, έλεγε ο Σεφέρης, έχει ρίζες βιολογικές σε κάποια πατρίδα και όταν αυτές κοπούν, πονάει, πόνο σωματικό. Δεν είναι δυνατό να αφήνει αδιάφορο τον επιχειρηματία η πολιτικά ανυπεράσπιστη εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας του, η θεσμική και κοινωνική της διάλυση, δεν γίνεται να παρακάμπτει τον διεθνή εξευτελισμό του ελληνικού ονόματος.
Εμποροι οργάνωσαν την Εθνεγερσία. Την ανατροπή της κομματικής τυραννικής απολυταρχίας ποιος θα την οργανώσει;
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 14/6/2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου