Του Κωστα Mαυραγανη
Η 6η Αυγούστου 1945 ήταν μία από αυτές τις ημέρες – κομβικά σημεία
που άλλαξαν τον κόσμο. Η καταστροφή της Χιροσίμα από την πρώτη ατομική
βόμβα, το «Little Boy», που ερρίφθη από το Enola Gay (το βομβαρδιστικό
Β29 υπ’ αριθμόν 44-86292 με κυβερνήτη τον Πολ Τίμπετς) εγκαινίασε μια
νέα εποχή για την ανθρωπότητα: την εποχή του ατόμου, που χαρακτηρίζεται
από το «ξεκλείδωμα» της δυνατότητας παραγωγής πρακτικά άπειρης
ενέργειας, αλλά και από τον εφιάλτη της ολικής καταστροφής εν μέσω
πυρηνικών «μανιταριών».
Η καταστροφή της Χιροσίμα και μετά τρεις
ημέρες του Ναγκασάκι αποτέλεσε τους «τίτλους τέλους» για την
αυτοκρατορική Ιαπωνία, που δεν άργησε να παραδοθεί, σημαίνοντας τη λήξη
του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν στα χέρια
τους πλέον το απόλυτο όπλο, ένα φόβητρο άνευ προηγουμένου για το
αντίπαλον δέος της επερχόμενης μεταπολεμικής αντιπαράθεσης, τη Σοβιετική
Ενωση.
Για την ηγεσία της ΕΣΣΔ ήταν προφανές πως η κατάσταση
έπρεπε να εξισορροπηθεί. Παρά την αδιαμφισβήτητη συμβατική στρατιωτική
ισχύ της, η σοβιετική αυτοκρατορία υστερούσε απέναντι στη Δύση, που είχε
δαμάσει την καταστροφική ισχύ του ατόμου. Η διείσδυση των Σοβιετικών
πρακτόρων στις ΗΠΑ με στόχο τον εντοπισμό στοιχείων σχετικά με το
πρόγραμμα ατομικών όπλων άρχισε νωρίς, καθώς η ΕΣΣΔ αποδυόταν σε μια
κούρσα ενάντια στον χρόνο για την ανάπτυξη αντίστοιχου οπλοστασίου,
ενόψει της διαφαινόμενης αντιπαράθεσης μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Μία
από τις φιγούρες που «εγκαινίασαν» την εν λόγω κούρσα ήταν αυτή ενός
Γερμανοβρετανού φυσικού, για τον οποίο ο νομπελίστας Χανς Μπέθε κάποτε
δήλωσε πως ήταν «ο μόνος φυσικός που άλλαξε πραγματικά την Ιστορία»: ο
λόγος για τον Κλάους Φουκς, θεωρητικό φυσικό, στέλεχος του «σχεδίου
Μανχάταν» και έναν από τους πρώτους «πυρηνικούς κατασκόπους».
Ο Φουκς και ο ρόλος του Ιγκόρ Γκουζένκο
Η
στρατολόγηση του Εμίλ Κλάους Φουκς, ενός επιστήμονα που εργαζόταν στην
«καρδιά» του αμερικανικού ατομικού προγράμματος, στο εργαστήριο του Λος
Αλαμος, αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες των σοβιετικών
μυστικών υπηρεσιών. Οι πληροφορίες που ο Φουκς (ο οποίος μάλιστα
διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον νομπελίστα φυσικό Ρίτσαρντ Φέινμαν, ο
οποίος επίσης συμμετείχε στο «σχέδιο Μανχάταν») διοχέτευσε στους
Σοβιετικούς ήταν καρποί αμερικανικών ερευνών που είχαν κοστίσει
εκατομμύρια δολάρια και έτη ολόκληρα επίπονης έρευνας.
Η σύλληψή
του έγινε στις 2 Φεβρουαρίου του 1950 στην Αγγλία, χάρη στα στοιχεία που
έφτασαν στα χέρια των δυτικών υπηρεσιών αντικατασκοπείας μέσω του Ιγκόρ
Γκουζένκο, ενός κατώτερου υπαλλήλου της σοβιετικής πρεσβείας της
Οττάβα, ο οποίος μετά μια ιδιαίτερη «Οδύσσεια» κατάφερε να… ληφθεί στα
σοβαρά από τις καναδικές αρχές. Ο Φουκς ομολόγησε τις πράξεις του, με
αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε φυλάκιση 14 ετών (σε μία δίκη που διήρκεσε
90 λεπτά), που μειώθηκαν αργότερα στα εννέα. Μετά την απελευθέρωσή του
κατέφυγε στην Ανατολική Γερμανία. Αργότερα θα προσέφερε σημαντική
βοήθεια στους Κινέζους επιστήμονες, οι οποίοι εργάζονταν στο αντίστοιχο
πρόγραμμα ατομικών όπλων της Λαϊκής Δημοκρατίας.
Στις 5
Σεπτεμβρίου του 1945, ο Ιγκόρ Γκουζένκο έκανε το μεγάλο βήμα: φεύγοντας
από το γραφείο του πήρε μαζί του μια σειρά ντοκουμέντων τα οποία
περιείχαν έναν εντυπωσιακό όγκο πληροφοριών σχετικά με τη σοβιετική
κατασκοπευτική δραστηριότητα στη Δύση. Ο Γκουζένκο ήθελε να τα παραδώσει
στις καναδικές αρχές με αντάλλαγμα μια ζωή μακριά από την ΕΣΣΔ. Αρχικά
απευθύνθηκε στην Καναδική Εφιππη Αστυνομία, αλλά οι αξιωματικοί
υπηρεσίας δεν τον πίστεψαν, με αποτέλεσμα να πάει στην εφημερίδα Ottawa
Journal, όπου ο αρχισυντάκτης βάρδιας του είπε ότι θα ήταν καλύτερα να
απευθυνθεί στο υπουργείο Δικαιοσύνης, κάτι που ο Γκουζένκο έκανε, χωρίς
όμως αποτέλεσμα.
Οπως ήταν φυσικό, ο Γκουζένκο άρχισε να
πανικοβάλλεται, καθώς κάθε ώρα που περνούσε αύξαινε την πιθανότητα
εντοπισμού και σύλληψής του από τις σοβιετικές υπηρεσίες. Ως μέτρο
ασφαλείας, το βράδυ πήγε την οικογένειά του στο σπίτι ενός φίλου
απέναντι από το δικό του – και ήταν αυτό που τον έσωσε, καθώς το ίδιο
βράδυ είδε πράκτορες να παραβιάζουν την κατοικία του, οι οποίοι
απομακρύνθηκαν όταν αντιλήφθηκαν ότι πλησίαζε η αστυνομία. Τελικά αυτό
ήταν το περιστατικό που τράβηξε την προσοχή των Αρχών.
Και άλλοι κατάσκοποι
Τα
αρχεία που είχε φέρει μαζί του ο Γκουζένκο αποκάλυψαν την έκταση της
διείσδυσης των Σοβιετικών πρακτόρων στη Δύση και ειδικότερα στο
αμερικανικό πρόγραμμα ατομικών ερευνών. Πέρα από τον Φουκς, τόσο ο ίδιος
όσο και τα έγγραφα που παρέδωσε βοήθησαν σημαντικά στις έρευνες πάνω σε
άλλους κατασκόπους για λογαριασμό της Σοβιετικής Ενωσης, όπως το ζεύγος
Ρόζενμπεργκ, ο Αλαν Νουν Μέι, ο Ντόναλντ Μακλίν, ο Γκάι Μπέρτζες, ο Κιμ
Φίλμπι, ο Αντονι Μπλαντ και ο Τζον Κέιρνκρος. Ο Γκουζένκο έζησε το
υπόλοιπο της ζωής του κοντά στο Τορόντο με την οικογένειά του, υπό το
όνομα Τζορτζ Μπράουν. Η υπόθεση Γκουζένκο θεωρείται από πολλούς το
απότομο «ξύπνημα» των δυτικών μυστικών υπηρεσιών σχετικά με την έκταση
της διείσδυσης των σοβιετικών δικτύων πληροφοριών.
«Μίστερ Αλεκ», ο οπαδός της παγκόσμιας ειρήνης
Στα
αρχεία του Γκουζένκο γινόταν λόγος για έναν μυστηριώδη «Μίστερ Αλεκ»:
έναν Αγγλο επιστήμονα που σχετιζόταν με τις αμερικανικές ατομικές
έρευνες. Οι έρευνες έδειξαν ότι επρόκειτο για τον Αλαν Νουν Μέι, φυσικό,
οι μελέτες του οποίου είχαν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο ατομικό
πρόγραμμα των ΗΠΑ.
Ο Μέι είχε σχέσεις με το Κομμουνιστικό Κόμμα
της Μεγάλης Βρετανίας κατά τη δεκαετία του 1930, που είχαν όμως ατονήσει
κατά τη δεκαετία του 1940. Ωστόσο, ήρθε σε επαφές με Σοβιετικούς
πράκτορες αφού είδε αμερικανικές αναφορές περί γερμανικών ερευνών για
ατομικά όπλα, και στη συνέχεια προσεγγίστηκε από έναν συνταγματάρχη της
GRU με στόχο τη συλλογή στοιχείων για το αμερικανικό ατομικό πρόγραμμα. Ο
Μέι παρουσιάστηκε ιδιαίτερα δραστήριος, φτάνοντας στο σημείο να
προμηθεύσει μικρές ποσότητες ουρανίου 233 και 235 σε Σοβιετικούς
πράκτορες, εις βάρος της ίδιας του της υγείας.
Συνελήφθη στις 4
Μαρτίου 1946 στην Αγγλία. Ο ίδιος εξήγησε τους λόγους που τον οδήγησαν
στις κατασκοπευτικές του δραστηριότητες: δεν αποσκοπούσε στο οικονομικό
όφελος και, παρά τις σχέσεις του με τους Βρετανούς κομμουνιστές, δεν
έτρεφε κάποια ιδιαίτερη εκτίμηση προς τη Σοβιετική Ενωση και το σύστημά
της. Αυτό που τον ώθησε να γίνει κατάσκοπος ήταν η ανησυχία για την
παγκόσμια ειρήνη. Ο Μέι πίστευε ότι ο μόνος τρόπος να εξασφαλιστεί πως
ΗΠΑ και ΕΣΣΔ δεν θα εμπλέκονταν σύντομα σε έναν καταστροφικό Τρίτο
Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν να αποκτήσουν και οι δύο ατομικά όπλα, έτσι ώστε
καμία από τις δύο πλευρές να μην μπορεί να θεωρήσει «ελαφρά τη καρδία»
ότι θα είχε το πλεονέκτημα ώστε να επιτεθεί πρώτη. Καταδικάστηκε
σε δέκα χρόνια καταναγκαστικών έργων και απελευθερώθηκε στα έξι. Πέθανε
το 2003. Σε επιστολή που δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του, δήλωνε
αμετανόητος για τη δράση του.
Η καταδίκη σε θάνατο του ζεύγους Ρόζενμπεργκ
Η
υπόθεση Φουκς δεν έλαβε τέλος με τη σύλληψή του. Περαιτέρω έρευνες
οδήγησαν σε έναν «ταχυδρόμο» με τον οποίο είχε έρθει αρκετές φορές σε
επαφή, ο οποίος αποδείχτηκε πως ήταν ο Χάρι Γκολντ, εβραϊκής καταγωγής
χημικός, που είχε γεννηθεί στην Ελβετία και ο οποίος εργαζόταν στο
Γενικό Νοσοκομείο της Φιλαδέλφειας. Συνελήφθη στις 23 Μαΐου του
1950 και ομολόγησε πως ήταν πράκτορας για λογαριασμό της ΕΣΣΔ από το
1934. Οι αποκαλύψεις του οδήγησαν στη σύλληψη του Ντέιβιντ Γκρίνγκλας, ο
οποίος είχε εργαστεί στο Λος Αλαμος στο πλαίσιο του σχεδίου Μανχάταν,
με τον βαθμό του λοχία. Ο Γκρίνγκλας ενέπλεξε τον άνδρα της αδελφής του
Εθελ, Τζούλιους Ρόζενμπεργκ, λέγοντας πως του είχε δώσει πολλές μυστικές
πληροφορίες. Στις 17 Ιουλίου του 1950, πράκτορες της αμερικανικής
αντικατασκοπείας συνέλαβαν το ζεύγος Ρόζενμπεργκ, στους οποίους
επιβλήθηκε η θανατική ποινή.
Οι Ρόζενμπεργκ, Αμερικανοί
κομμουνιστές, οδηγήθηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα στις 19 Ιουνίου του
1953. Αν και θεωρείται μάλλον βέβαιο ότι ο Τζούλιους Ρόζενμπεργκ είχε
όντως δράσει ως πράκτορας των Σοβιετικών, για την Εθελ ακόμα και σήμερα
υπάρχουν βάσιμες αμφιβολίες, καθώς αργότερα ο Γκρίνγκλας –ο οποίος
καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλάκιση και αποφυλακίστηκε στα δέκα– δήλωσε
σε συνέντευξή του πως είχε πει ψέματα, κατόπιν παρότρυνσης της
εισαγγελίας, όσον αφορά την εμπλοκή της αδελφής του στην όλη υπόθεση,
προκειμένου να «προστατέψει τον εαυτό του και τη γυναίκα του».
Μαζί
με τους Ρόζενμπεργκ δικάστηκε και ο Μόρτον Σόμπελ, Αμερικανός
μηχανικός, ο οποίος καταδικάστηκε σε τριάντα χρόνια φυλάκιση και
αποφυλακίστηκε στα 17. Ο Σόμπελ υποστήριζε πως ήταν αθώος για περίπου
πενήντα χρόνια, ωστόσο παραδέχτηκε πως είχε δράσει ως κατάσκοπος,
παραδίδοντας στοιχεία σε Σοβιετικούς πράκτορες, σε συνέντευξή του που
δημοσιεύτηκε στους Νew Υork Times, το 2008.
Διαβόητοι Kατασκοποι
Ο
Μόρτον Σόμπελ καταδικάστηκε σε 30 χρόνια κάθειρξης για κατασκοπεία. Επί
σειρά ετών δήλωνε αθώος, αλλά το 2008 παραδέχτηκε πως είχε δράσει ως
κατάσκοπος της ΕΣΣΔ.
Ο Ντέιβιντ Γκρίνγκλας ήταν αδελφός της Εθελ
Ρόζενμπεργκ. Καταδικάστηκε σε 15 χρόνια κάθειρξη. Το 1996 παραδέχτηκε
ότι είχε πει ψέματα όσον αφορά την αδελφή του.
Ο Γκάι Μπέρτζες. Ως
γραμματέας του βρετανικού ΥΠΕΞ, ο Μπέρτζες παρέδωσε καίριες πληροφορίες
στους Σοβιετικούς πριν αυτομολήσει στη Μόσχα, το 1951.
Ο Γερμανοβρετανός φυσικός Κλάους Φουκς. Συνελήφθη στην Αγγλία τον Φεβρουάριο του 1950.
Ο Βρετανός φυσικός και κατάσκοπος των Σοβιετικών Αλαν Ναν Μέι. Συνελήφθη τον Μάρτιο του 1946.
Ο
χημικός μηχανικός Χάρι Γκολντ. Συνεργαζόταν με τον Φουκς για τη διαρροή
μυστικών του «σχεδίου Μανχάταν» στους Σοβιετικούς. Καταδικάστηκε σε
δεκαπενταετή κάθειρξη.
Φορώντας κουκούλα, ο Ιγκόρ Γκουζένκο
παρουσιάζει βιβλίο του με θέμα τον Στάλιν. Ο Γκουζένκο εξέθεσε το δίκτυο
των κατασκόπων της ΕΣΣΔ σε ΗΠΑ και Βρετανία.
Ο Βρετανός Κιμ Φίλμπι ήταν ένας από τους πρώτους διπλούς πράκτορες του Ψυχρού Πολέμου. Αυτομόλησε στην ΕΣΣΔ το 1963.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 23/9/2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου