27.9.09

Πυραυλικές δοκιμές πραγματοποιεί το Ιράν εν μέσω νέας έντασης

Η Τεχεράνη πραγματοποιεί την Κυριακή και τη Δευτέρα στρατιωτική άσκηση με δοκιμές πυραύλων μικρού έως μεγάλου βεληνεκούς, ενώ παράλληλα προειδοποιεί ότι οι «κατασκευασμένοι» ισχυρισμοί της Δύσης για τη μυστική πυρηνική της εγκατάσταση θα «επηρεάσουν» τις διεθνείς διαπραγματεύσεις της επόμενης εβδομάδας.

Στο πλαίσιο άσκησης των Φρουρών της Επανάστασης, πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή δοκιμές δύο πυραύλων εδάφους-εδάφους μικρού βεληνεκούς, του Φατέχ-110 και του κινεζικού Τοντάρ-69, οι οποίοι υπάρχουν εδώ και χρόνια στο οπλοστάσιο του Ιράν.

Πιο ανησυχητική θα είναι τη Δευτέρα η δοκιμαστική εκτόξευση του πυραύλου Σαχάμπ 3, ο οποίος φέρεται να έχει βεληνεκές 2.000 χλμ και θα μπορούσε να πλήξει το Ισραήλ ή αμερικανικές βάσεις στον Περσικό.

«Οι ασκήσεις έχουν στόχο τη διατήρηση και ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας των ενόπλων δυνάμεων» ανακοίνωσαν οι Φρουροί της Επανάστασης στο κρατικό, αγγλόφωνο τηλεοπτικό κανάλι Press TV.

Οι πυραυλικές δοκιμές έρχονται λίγες ημέρες μετά την αποκάλυψη ότι η Τεχεράνη είχε κατασκευάσει μυστικά και μια δεύτερη μονάδα εμπλουτισμού ουρανίου κοντά στην πόλη Κομ, σύμφωνα με έγγραφο των μυστικών υπηρεσιών που παρουσίασε ο Μπαράκ Ομπάμα.

Έπειτα από καταδικαστικές δηλώσεις των ΗΠΑ, της ΕΕ αλλά και της Ρωσίας, το Ιράν ανακοίνωσε το Σάββατο ότι θα ανοίξει την εγκατάσταση για τους επιθεωρητές της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, επιμένοντας ότι η μονάδα είναι νόμιμη και έχει ειρηνικούς σκοπούς.

Συνεχίζοντας στην ίδια στάση, ο επικεφαλής του ιρανικού Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, Αλί Ακμπάρ Σαλέχι, προειδοποίησε την Κυριακή ότι οι «κατασκευασμένη κατακραυγή» της Δύσης για τη νέα μονάδα θα έχουν «αρνητικές συνέπειες» στις εξαμερείς συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν που ξεκινούν την Πέμπτη στη Γενεύη.

in.gr

Η ΕΛ.ΑΣ. φοβάται προεκλογικό χτύπημα

Η ΣΥΛΛΗΨΗ μελών της «Σέχτας Επαναστατών» προτού προλάβουν να πραγματοποιήσουν αιματηρή επίθεση- πιθανόν προ των εκλογών- είναι πλέον το μεγάλο ζητούμενο των αξιωματικών της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, λίγα μόλις 24ωρα μετά τον εντοπισμό της γιάφκας στην οδό 25ης Μαρτίου στο Χαλάνδρι. Στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. υποστηρίζουν πως διέθεταν ορισμένα ενδεικτικά στοιχεία για πέντε-έξι άτομα ηλικίας 20-35 ετών ότι συμμετείχαν στην οργάνωση «Σέχτα Επαναστατών» πολλές εβδομάδες πριν από την ανακάλυψη της οπλαποθήκης στο Χαλάνδρι. Το ενδιαφέρον τους μάλιστα εστιάζεται σε 25χρονο αντιεξουσιαστή που θεωρείται συνδετικός κρίκος των ενόπλων οργανώσεων, το όνομα του οποίου δεν συμπεριλαμβάνεται στη δικογραφία για την υπόθεση του Χαλανδρίου. Ο 25χρονος έχει εξαφανιστεί και αναζητείται από κλιμάκια της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας σε επαρχιακές πόλεις. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. προσπαθούν να εντοπίσουν τυχόν αποτυπώματα ή δείγματα του DΝΑ του, όπως και άλλων προσώπων, στη διώροφη κατοικία της οδού 25ης Μαρτίου, προκειμένου να τεκμηριώσουν την εμπλοκή τους σε παράνομες ενέργειες.

Ανώτατα στελέχη του υπουργείου Εσωτερικών ανέφεραν για την πορεία των ερευνών: «Εχουμε σειρά στοιχείων, κυρίως από μαρτυρίες και ανάλυση τηλεφωνικών κλήσεων, για τη δομή, τη σύνθεση και τις διασυνδέσεις των ενόπλων αγώνων. Η επιδρομή της προηγούμενης Τετάρτης στο Χαλάνδρι κάθε άλλο παρά συμπτωματική και τυχαία ήταν. Δεν είναι μόνο θέμα των τρομοκρατών με τις... κατσαρόλες. Αποτελεί μόνο ένα μικρό τμήμα του συνολικού σχεδίου μας για να επιφέρουμε πλήγμα στο νέο αντάρτικο πόλης». Κανένας όμως δεν γνωρίζει αν αυτές οι εκτιμήσεις αποδειχθούν στην πορεία άστοχα αισιόδοξες και η επιχείρηση του Χαλανδρίου μια πρόσκαιρη επιτυχία των διωκτικών αρχών...

Σύμφωνα με υψηλόβαθμους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ., όλες οι οργανώσεις που εμφανίστηκαν μετά την εξάρθρωση της 17Ν και του ΕΛΑ την περίοδο 2002-2003, όπως ο «Επαναστατικός Αγώνας», η «Λαϊκή Επαναστατική Δράση», η ΕΝΕΔΡΑ, η «Λαϊκή Θέληση», η «Σέχτα Επαναστατών» και η «Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς», που έχουν προχωρήσει την τελευταία εξαετία σε περίπου 150 επιθέσεις, έχουν εκτελεστικές ομάδες στις οποίες συμμετέχουν άτομα ηλικίας 20-35 χρόνων προερχόμενα από τον αντιεξουσιαστικό χώρο και από τα κινήματα συμπαράστασης των κρατουμένων μελών της 17Ν. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. επιμένουν ότι υπάρχουν κοινοί καθοδηγητές και στρατολόγοι. Υπάρχουν επίσης στοιχεία για σχέσεις, ακόμη και για ταύτιση προσώπων μεταξύ των ομάδων κρούσης.

Στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο «Επαναστατικός Αγώνας», ο οποίος έχει προχωρήσει από το 2003 σε 15 επιθέσεις, ουσιαστικά ταυτίζεται με την οργάνωση «Λαϊκή Θέληση», η οποία έκανε την πρώτη βομβιστική επίθεση στα δικαστήρια της Λάρισας στις 29 Μαΐου 2004 και ανέλαβε την ευθύνη με προκήρυξή της ύστερα από 50 μήνες το 2008. Αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. αναφέρουν: «Ο “Επαναστατικός Αγώνας” και η “Λαϊκή Θέληση” είναι οι οργανώσεις που φαίνεται να έχουν καθοδηγητές που σχετίζονταν με τις παλαιότερες οργανώσεις ΕΛΑ και 1η Μάη. Η εκτελεστική τους ομάδα είναι πιο προσεκτικά επιλεγμέ νη, πιθανόν και με άτομα που προχωρούσαν παλαιότερα και σε ληστείες τραπεζών για τη χρηματοδότηση του νέου αντάρτικου πόλης».

Ακόμη οι αστυνομικοί πιστεύουν ότι η «Λαϊκή Επαναστατική Δράση- ΛΕΔ», η «Ενέδρα» και η «Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς» είναι μετεξέλιξη της ίδιας ουσιαστικά ομάδας που ξεκίνησε ως «συμπληρωματική» του «Επαναστατικού Αγώνα», για να επεκτείνει τη δραστηριότητά της την τελευταία τριετία με περίπου 100 βομβιστικές ή εμπρηστικές επιθέσεις σε μία τριετία! Κοινό χαρακτηριστικό αυτών των ομάδων το ότι χρησιμοποιούσαν του ίδιου τύπου εκρηκτικούς μηχανισμούς με εκρηκτικά σε κατσαρόλες, ίδιες με αυτήν που βρέθηκε στο διαμέρισμα της οδού 25ης Μαρτίου.

ΤΟ ΒΗΜΑ, 27/09/2009

«Ε, πρόεδρε!» *... είσαι γυμνός

ZEZA ZHKOY

Η διάγνωση της δεινής κατάστασης της ελληνικής οικονομίας δεν αφήνει περιθώρια για «φθηνές» ελπίδες. Δυστυχώς, οι πολιτικοί έχουν γίνει τα μεγάλα αστέρια και οι εξελίξεις κρίνονται από τη δική τους επάρκεια.

Η κρισιμότητα της κατάστασης αποτυπώνεται εύγλωττα στις ΗΠΑ: η κρίση της έχει στοιχίσει περισσότερα από ό,τι ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι πόλεμοι του Βιετνάμ και του Ιράκ. Σε αυτό το περιβάλλον, η ελληνική οικονομία βρίσκεται πιο αδύναμη από ποτέ. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει εγκληματικά λάθη και, αποτέλεσμα, με καταχρεωμένη την ελληνική κοινωνία, η οικονομία κρέμεται σήμερα από μια κλωστή. Το κράτος των Αθηνών δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα και μας έχει παραδώσει ανοχύρωτους στην κρίση. Η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει ένα εκρηκτικό μείγμα δυσοίωνων παραγόντων, που έχουν να κάνουν με τις υστερήσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το υψηλό χρέος και έλλειμμα και τη μειωμένη δημοσιονομική ευελιξία.

Στο σημερινό σκηνικό της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της νομισματικής ισορροπίας του τρόμου, διαπιστώνεται με τραγικό τρόπο ότι παρήλθε η οικονομική μονοκρατορία των ΗΠΑ. Η Aμερική του Ομπάμα έσπευσε να αναδείξει την αναδυόμενη υπερδύναμη του G20, στη διάσκεψη κορυφής του Πίτσμπουργκ, πόλη της Πενσιλβάνια με τους 330.000 κατοίκους, στο επίκεντρο της παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης.

Κυρίως, όμως, στη διάσκεψη του G20, εδραιώθηκε η διαπίστωση πως η Aμερική του Ομπάμα εγκαταλείπει τη γραμμή του μονομερούς ηγεμονισμού. Aν υπάρχει μια γενική αρχή που ενώνει όλους τους ρεαλιστικά σκεπτόμενους αναλυτές, από νεοφιλελεύθερους μέχρι μαρξιστές, είναι ότι η συστηματική προσφυγή στην πολιτική και στρατιωτική βία καταλήγει στα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα όταν δεν στηρίζεται σε στέρεα οικονομικά θεμέλια.

Προφανώς, επίσης, η παγκοσμιοποίηση είναι ένα οικονομικό φαινόμενο που έχει θρυμματίσει και αυτό την οικονομική αλαζονεία των ΗΠΑ. Ομως μεγεθύνεται και από την οικτρή αποτυχία του προέδρου Μπους, του υπουργού Οικονομικών Χένρι Πόλσον και του προέδρου της Fed, Μπεν Μπερνάνκι, να κατανοήσουν και να ελέγξουν εγκαίρως τις απατηλές επενδύσεις των αμερικανικών τραπεζών και την πιστωτική κρίση.

Το Πίτσμπουργκ από τώρα και στο εξής θα μείνει στην ιστορία ως σύμβολο της νέας τάξης πραγμάτων με την κατάργηση του G7/G8 και την ανάδειξη του ρόλου του G20 από τον Αμερικανό πρόεδρο. Βεβαίως, το G8 έχει πάψει από καιρό να αποτελεί το αδιαμφισβήτητο «κέντρο» της παγκόσμιας οικονομίας, με τα υπόλοιπα έθνη σε ρόλο υποτελούς «περιφέρειας». Στην πραγματικότητα, βεβαίως, επρόκειτο για την επιβεβαίωση της ισχύος και της παγκόσμιας επιρροής των νέων αναδυόμενων βιομηχανικών δυνάμεων της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας κ. ά. Εχοντας ήδη κατακτήσει μεγάλο ειδικό βάρος στην παγκόσμια οικονομία, διεκδικούν επιθετικά νέους ρόλους - όπως έδειξε η πρότασή τους για ένα νέο παγκόσμιο νόμισμα συναλλαγματικών αποθεμάτων.

Το G20, που δημιουργήθηκε το 1999 μετά την κρίση του 1997-98 που διέλυσε την Ασία, περιλαμβάνει τις επτά οικονομικά ισχυρές χώρες του κόσμου (HΠA, Iαπωνία, Γερμανία, Bρετανία, Γαλλία, Iταλία και Kαναδά), που έγιναν οκτώ στη συνέχεια με τη Ρωσία, μαζί με τις έντεκα αναδυόμενες οικονομίες των Kίνας, Iνδίας, Bραζιλίας, Αργεντινής, Μεξικού, Αυστραλίας, Νότιας Αφρικής, Νότιας Κορέας, Ινδονησίας, Σαουδικής Αραβίας, της Τουρκίας και την Ευρωπαϊκή Ενωση!

Ας επιχειρήσουμε μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν. Το G7 οφείλει την ύπαρξή του στον Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, ο οποίος εν μέσω μιας ταραγμένης περιόδου εξαιτίας της επιθετικής νομισματικής πολιτικής που ακολουθούσαν οι ΗΠΑ είχε την ιδέα να θεσμοθετήσει, το 1975, μια ανεπίσημη τακτική συνάντηση των ηγετών των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, προκειμένου να εξευρεθεί μια βάση συνεννόησης. Αρχικά είχαν προσκληθεί οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Βρετανία, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Ιαπωνία και στη συνέχεια προστέθηκαν η Ιταλία και ο Καναδάς. Το 1991, ο Μπιλ Κλίντον πήρε την πρωτοβουλία να καλέσει τη Ρωσία του Μπορίς Γέλτσιν και έτσι από το 1997 και έπειτα η ομάδα των ισχυρών ονομάστηκε G8.

* ... «Ε, πρόεδρε!»: Είναι ο τίτλος του νέου συναρπαστικά επίκαιρου και πολιτικά σπουδαίου βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 27/09/2009

«Μηδέν στο πηλήκιο»!

Tου Χρήστου Γιανναρά
Ναι, το είπε ο ανελλήνιστος: «Και τι κατάφεραν οι αντίπαλοί μας; Μηδέν στο πηλήκιο»!
Υπήρξε υπουργός Παιδείας, υπουργός Εξωτερικών, ετοιμάζεται να είναι αυριανός πρωθυπουργός των Ελλήνων. Και δεν ξέρει να ξεχωρίσει το «πηλίκον» (αποτέλεσμα της διαίρεσης δύο αριθμών) από το «πηλήκιο» (στρατιωτικό κάλυμμα της κεφαλής).
Η Ελλάδα δεν είναι ούτε γεωγραφία ούτε Ιστορία αλλοτριωμένη σε ιδεολόγημα. Είναι στάση ζωής και νόημα ζωής σαρκωμένα και τα δύο στη γλώσσα. Οσο υπήρχαν Ελληνες, πρώτη ανάγκη είχαν: «Ελευθερία και γλώσσα» (Σολωμός). Ελευθερία είναι η κατακτημένη ετερότητα, η ανάγκη να είσαι ο εαυτός σου, να αυτοκαθορίζεσαι, όχι να σε διαφεντεύουν άλλοι. Και η γλώσσα σαρκώνει την ετερότητα, καθιστά τον αυτοκαθορισμό κοινή, κοινωνούμενη πράξη.
Ο ανελλήνιστος πολιτικός αρχηγός δεν ξέρει να ξεχωρίσει το «πηλίκον» από το «πηλήκιο». Πώς να εμπιστευθούμε ότι καταλαβαίνει πού βρίσκονται τα γλωσσικά σύνορα της ελληνικής ετερότητας: ποια η διαφορά (βιωματικού φορτίου αιώνων) ανάμεσα στην «κοινωνία» και στη «societas», στη «δημοκρατία» και στη «respublica», στον «λόγο» και στη «ratio», στην «αλήθεια» και στη «veritas», στο «πρόσωπο» και στην «persona», στον «νόμο» και στη «lex». Και αν στις διαφορές αυτές δεν έχει ριζωμένα παιδικά βιώματα πατρίδας, τι θα υπερασπίσει σαν πρωθυπουργός; Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν και την κατά κεφαλήν καταναλωτική ευχέρεια; Αλλά τότε ας δικτυωθεί καλύτερα η οικογένειά του να τον κάνει πρωθυπουργό σε κράτος με γλώσσα (και συνείδηση) δίχως ετερότητα - σε κανένα Βέλγιο ή Λουξεμβούργο.
Οι επερχόμενες εκλογές, στις 4 Οκτωβρίου 2009, θυμίζουν κάτι από τις αποφράδες εκείνες του Νοεμβρίου 1920, τότε που οι Ελληνες, ασυλλόγιστα και φανατισμένα, όδευαν προς τη συμφορά. Σαν οσμή και τώρα στην ατμόσφαιρα η ανατριχίλα από το κακό που συνοδεύει πάντα την αλογία και την τυφλότητα. Και μάλιστα χωρίς να υπάρχει σήμερα αμφιλεγόμενος ηγέτης, δίλημμα για τον λαό. Μια παράδοση στόχων αλήθειας και ποιότητας ζωής τρεισήμισι χιλιάδων χρόνων παραδίνεται (από αμηχανία, αγανάκτηση ή απερισκεψία) στα χέρια ενός ανθρώπου που δεν ξέρει να ξεχωρίσει το «πηλίκον» από το «πηλήκιο».
Δεν φταίει που είναι ανελλήνιστος ο μεθοδικά κατασκευασμένος «ηγέτης». Δεν είχε παιδικά βιώματα πατρίδας στην Ελλάδα ούτε γλώσσα μητρική τα ελληνικά. Το κρίμα και η ιστορική ευθύνη είναι των παραιτημένων από τη σκέψη και την κρίση τους ψηφοφόρων. Ο ίδιος απέδειξε απροσχημάτιστα πόσο έτοιμος είναι να απεμπολήσει κοιτίδες της ελληνικής πρότασης πολιτισμού, όταν προπαγάνδιζε, δίχως αιδώ ή λύπη, την εξωφρενική πλεκτάνη του Σχεδίου Ανάν για την Κύπρο. ΄Η, πριν από λίγες μέρες, με τις δηλώσεις του εκπροσώπου του για το Σκοπιανό.
Στην προεκλογική του εκστρατεία μιλάει μόνο για λεφτά, πώς θα μπουκώσει τον Ελλαδίτη της παρακμής με ψευδαισθητική ευζωία. Ούτε λέξη για τις τουρκικές έμπρακτες (καθημερινής βίας) απαιτήσεις κυριαρχίας στο Αιγαίο, για τα πολιτικά καμώματα του «κομμουνιστή» (αλλά νατοϊκής ποδηγέτησης) προέδρου της Κύπρου να νεκραναστήσει, μαζί με τον Ταλάτ, την εκτρωματική πανουργία του Ανάν. Ούτε σχολίασε ποτέ (όπως και κανένας Ελλαδίτης πολιτικός) τον προγραμματικό αφελληνισμό της παιδείας και των θεσμών στην Κύπρο από το καθεστώς Χριστόφια.
Το ορθολογικό συμπέρασμα είναι αδυσώπητο: Η ελληνικότητα της Κύπρου, η ελληνικότητα του ονόματος Μακεδονία αφήνουν παγερά αδιάφορο τον αυριανό πρωθυπουργό της Ελλάδας. Τι φυσικότερο να τον αφήνει αδιάφορο και η ελληνικότητα του Αιγαίου, της Θράκης, του Καστελλόριζου, της Λήμνου, της Μυτιλήνης. Με ανελλήνιστη ηγεσία, βουβή και άλαλη για τα εθνικά θέματα, ο ορθολογισμός μεταγγίζει τον φόβο της σαφέστατα επαπειλούμενης συμφοράς. Γι' αυτό και οι επερχόμενες εκλογές θυμίζουν κάτι από τις αποφράδες εκείνες του 1920, έχουν μια πρόγευση φόβου προσφυγιάς, ξεριζωμού, ίσως αίματος. Τα σημάδια της πολιτικής «σταδιοδρομίας», ώς τώρα, του γλωσσικά ανελλήνιστου μάλλον βεβαιώνουν ότι, αν γίνει πρωθυπουργός, η «λύση» του Κυπριακού, του Σκοπιανού, της μοιρασιάς του Αιγαίου θα επιβληθεί μέσα σε εβδομάδες ή ελάχιστους μήνες. Ομως Θρακιώτες, Καστελλοριζιοί, Μυτιληνιοί, μέσα στο περίπου 40% των Ελλαδιτών ψηφοφόρων, χοροπηδάνε, με πράσινες σημαιούλες, κάτω από το μπαλκόνι του ξενότροπου κομματάρχη διαδηλώνοντας την ίδια εκείνη επιλογή του 1920: «Μικράν Ελλάδα», συρρικνωμένη, και ούτε λόγος για «έντιμον» - σήμερα τη θέλουμε «πάροχον καταναλωτικής ευχέρειας».
Εναλλακτική λύση; Μα είναι φανερό πως δεν υπάρχει, ο ανελλήνιστος δεν έχει αντίπαλο. Η «Νέα Δημοκρατία» έχει τελειώσει πολιτικά, ήταν είκοσι χρόνια ανύπαρκτη ως αντιπολίτευση και πέντε χρόνια ανύπαρκτη ως κυβέρνηση. Σίγουρα δεν μπερδεύει το «πηλίκον» με το «πηλήκιο», αλλά έχει πια αποδείξει, επί είκοσι έξι χρόνια, ότι είναι το ίδιο ή και πιο θεαματικά ανελλήνιστη: στα μπλα-μπλα που με στόμφο εκφέρει και στα αυτοκτονικής ατολμίας διαχειριστικά της ενεργήματα. Δεν πιστεύει αυτό το κόμμα σε τίποτα, το μόνο που ήθελε, και προσπάθησε υστερικά, ήταν να γίνει ΠΑΣΟΚ. Και δεν τα κατάφερε. Αποδείχτηκε, εκτός από εξωφρενικά ανίκανη, και ανήκεστα φαύλη.
Μένει ακόμα μία εβδομάδα ώς τις εκλογές. Η πορεία της χώρας είναι προδιαγεγραμμένη, όσοι οσφραίνονται τα επερχόμενα νιώθουν ανήμποροι να αναχαιτίσουν την αλογία. Για την εξαφάνιση των «εθνικών» θεμάτων και της άμυνας από την προεκλογική ατζέντα θα μπορούσε να έχει υπάρξει κάποια παρήγορη παρέμβαση (συμβολική αντίσταση συλλογικής αξιοπρέπειας) της Ακαδημίας Αθηνών, της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Εχει μάλλον χαθεί η επίγνωση ότι μπροστάρηδες στην κοινωνία δεν μπορεί να είναι μόνο οι ανυπόληπτοι επαγγελματίες της εξουσιαστικής μονομανίας και ιδιοτέλειας.
Τουλάχιστον, στην εβδομάδα που απομένει, ας μπορούσε να εμφανιστεί ένας τίμιος και ανυστερόβουλος «εκλογολόγος» από αυτούς που σπουδάζουν την σε βάρος μας πανουργία των εκλογικών νόμων, να μας συμβουλέψει: Ποια είναι η αποτελεσματικότερη οδός για να αποτραπεί η αυτοδυναμία του ανελλήνιστου: Η αποχή; Η υπερψήφιση εξωκοινοβουλευτικών κομματιδίων «της πλάκας»; Το λευκό; Το άκυρο;
Στη δεκαετία του 1950 ή '60, αν ένας πολιτικός μιλούσε για «μηδέν στο πηλήκιο» θα είχε τελειώσει αυθημερόν την καριέρα του μέσα στον γενικό καγχασμό. Η γλωσσική ευαισθησία ήταν τέτοια, που επέτρεπε στο χιούμορ του Μποστ να λειτουργεί καθολικά στην ελληνική κοινωνία και να σπάζει κόκαλα. Σήμερα, μια σατυρική ιδιοφυΐα με τη γλώσσα του Μποστ δεν θα προκαλούσε ούτε μειδίαμα. Μέσα σε πενήντα χρόνια οι Ελληνες ξεριζώθηκαν μεθοδικά από τη συνέχεια της γλώσσας τους, από την κοινή σάρκα και κοινωνούμενη πράξη του αυτοκαθορισμού τους, της ετερότητάς τους.
Αυτή η απώλεια φαίνεται πως πρέπει να μετρηθεί και με εδαφική συρρίκνωση. Το ιστορικό τέλος ιστορικών λαών πάντοτε εντοπίζεται και χαρτογραφημένο.

20.9.09

«Τομές»: η φενάκη του πολιτικού λόγου

Tου Χρήστου Γιανναρά
Η προεκλογική κενολογία υπόσχεται «τομές», βαθιές «τομές». Η λέξη είναι οπωσδήποτε εντυπωσιακή, αλλά έχει μεταλλαχθεί η σημασία της.
Το ουσιαστικό «τομή» παράγεται από το ρήμα «τέμνω». Τέμνω σημαίνει: σχίζω ή κόβω. Σχίζω για να διανοίξω, να φανερώσω και εντοπίσω τη βλάβη, τη σήψη, τη δυσλειτουργία οργανισμού ή οργάνου. Κόβω, αποκόπτω, αφαιρώ την αιτία της βλάβης, το χαλασμένο, μολυσμένο, σάπιο μέλος ή όργανο, για να αποκατασταθεί η ζωτική λειτουργία, η υγεία. Η λέξη «τομή» στην πολιτική χρησιμοποιείται με αναφορά σε ιατρικές κυρίως προσλαμβάνουσες.
Με καμιά γλωσσική λογική δεν μπορεί να ονομαστεί «τομή» η απλή διορθωτική παρέμβαση, η διαχειριστική «βελτίωση». Η τομή πονάει, έχει κόστος, συνεπάγεται διακινδύνευση, ενώ οι «βελτιώσεις» ρίχνουν απλώς στάχτη στα μάτια, έχουν «επικοινωνιακή» σκοπιμότητα: να μείνουν όλοι ευχαριστημένοι και ας σέρνεται η αρρώστια, η θανατηφόρα απειλή.
«Τομή» στην άσκηση πολιτικής σημαίνει: Αν η εξυγίανση της λειτουργίας του κράτους φανερά για όλους το απαιτεί, τότε να τολμηθούν απολύσεις, πειθαρχικές ποινές, δημεύσεις προϊόντων, χρηματισμού, κατεδαφίσεις αυθαιρέτων, να μπουν στη φυλακή οι φαύλοι όσο υψηλά και αν βρίσκονται.
Οι «τομές» δεν ξεκινάνε από ευφυή επινοήματα διαχειριστών της εξουσίας. Ξεκινάνε όπως και οι αποφάσεις για εγχείριση: Πρέπει να πιστοποιηθεί η επικίνδυνη δυσλειτουργία, να διαγνωσθεί έγκυρα η αιτία, να βεβαιωθεί η αναποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής αγωγής, να είναι σίγουρη η απειλή μόνιμης αναπηρίας ή θανάτου. Τότε αναλαμβάνεται το ρίσκο της «τομής». Κάθε επέμβαση με το νυστέρι συνεπάγεται κίνδυνο και πόνο, αλλά ο έμπειρος συνετός ζυγίζει τα ενδεχόμενα και επωμίζεται την ευθύνη της «τομής».
Παράδειγμα: Ο τρόπος που λειτουργεί στην Ελλάδα ο συνδικαλισμός των εργαζομένων του δημόσιου τομέα, είναι καρκίνος του κοινωνικού σώματος σε τελικό στάδιο. Βασανίζει ολόκληρο το σώμα με πρακτικές γκανγκστερικών εκβιασμών, συμπεριφορές στρατού κατοχής. Ερήμην των εργαζομένων και τάχα για το συμφέρον τους, οι χρυσοπληρωμένοι άεργοι επαγγελματίες του συνδικαλισμού ασελγούν με σαδισμό πάνω σε εκατοντάδες χιλιάδες ή εκατομμύρια συμπολιτών τους, μόνο για να ετοιμάσουν, σαν κομματικοί λακέδες, τη βουλευτική ή και υπουργική τους καριέρα. Ο καρκίνος στο κράτος λέγεται «κράτος εν κράτει» και είναι χειρουργήσιμος. Και ρεαλιστική «τομή» θα ήταν να εφαρμοστεί από τον κ. Καραμανλή ή τον κ. Παπανδρέου το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος για τις απεργίες της δημοσιοϋπαλληλίας. Δεν τόλμησαν τόσα χρόνια, ζητάνε να συνεχίσουν να μας εμπαίζουν ασύστολα;
Κορύφωση του ανήθικου εμπαιγμού είναι το ψηφοθηρικό πρόσχημα του «διαλόγου» προκειμένου να αποφευχθεί το κόστος της «τομής». Γιατί τον «διάλογο» δεν τον κάνουν οι πολιτικοί με τον πάσχοντα λαό, δεν τολμάνε δημοψήφισμα να αποφανθεί ο λαός για τους συνδικαλιστές τυράννους του. Το κράτος διαλέγεται με το παρακράτος των συνδικαλιστών, ωσάν να παζαρεύουν την εφαρμογή του νόμου ο δικαστής με τον εγκληματία, να «διαλέγονται» για τη θεραπευτική αγωγή του αρρώστου ο γιατρός με τα κοράκια τους νεκροθάφτες.
Δεύτερο παράδειγμα εξόφθαλμης ανάγκης για «τομή»: η αναξιοκρατία που έχει οδηγήσει σε αποσύνθεση και σήψη τη θεσμική οργάνωση της συλλογικότητας.
Ηταν το επαχθέστερο ίσως κοινωνικό έγκλημα του ΠΑΣΟΚ υιοθετημένο ασμένως, για λόγους ψηφοθηρικού λαϊκισμού και από τη Ν.Δ.: Ισοπέδωσαν κάθε αξιοκρατική ιεραρχία στον δημόσιο τομέα, κάθε διαβάθμιση ευθυνών, προσόντων, συνέπειας, κατάργησαν τον πειθαρχικό έλεγχο σφαλμάτων, αμέλειας, αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Η θεσμική αυτή άρνηση διάκρισης ποιοτήτων επεκτάθηκε αναπόφευκτα σε κάθε κοινωνική λειτουργία – από την κατάργηση ή αχρήστευση της βαθμολογίας στην υποχρεωτική εκπαίδευση, την εξάλειψη της άμιλλας και της στόχευσης στην αριστεία, ώς τα κομματικά κριτήρια για την ανάδειξη της ηγεσίας στις Ενοπλες Δυνάμεις, στη Δικαιοσύνη, στα πανεπιστήμια.
Μια χώρα χωρίς φυσικές πηγές πλούτου μπορεί να αναπληρώσει το υστέρημα, να ευημερήσει, να σημαδέψει τον πολιτισμό. Χώρα δίχως αξιοκρατία και θεσμική ιεράρχηση του ανθρώπινου δυναμικού της είναι νομοτελειακά προγραμμένη, έχει τελειώσει ιστορικά. Αν οι κομματικοί ηγέτες (που αλάνθαστα το λαϊκό αισθητήριο τούς αποκαλεί με υποκοριστικά) θέλουν να ασκήσουν πολιτική που θα επιφέρει «τομές» στον διαλυμένο και διεφθαρμένο δημόσιο βίο, δεν έχουν παρά να επαναφέρουν θεσμούς ιεραρχίας και κριτικής αξιολόγησης των δημόσιων λειτουργών. Διαφορετικά, ας πάψουν να μιλάνε για «τομές», «μεταρρυθμίσεις», «επανίδρυση του κράτους». Εχει και ο εμπαιγμός των πολιτών όρια.
Τρίτο παράδειγμα όπου κατεπειγόντως απαιτούνται τομές και οι κομματάρχες τις επαγγέλλονται χωρίς να τις τολμούν: το εκπαιδευτικό σύστημα. Είναι πια αφόρητη η πρόκληση ή και ωμή αναισχυντία να καυχώνται τα κόμματα εξουσίας για «τομές» και «μεταρρυθμίσεις» στην Παιδεία, όταν δεκαετίες τώρα, κατά κοινή πιστοποίηση, η Παιδεία είναι ο «μεγάλος ασθενής» της χώρας. Θεωρούν «τομή» το ότι μοιράζουν φορητούς υπολογιστές στα παιδιά για να εντυπωσιάσουν τους μικρονοϊκά αφελείς. Μιλάνε για «τομές» τη στιγμή που διορίζουν υπουργό Παιδείας τον κάθε άσχετο, ερασιτέχνη ή τσαρλατάνο, μόνο για εσωκομματικές σκοπιμότητες. Ούτε καν καταλαβαίνουν ότι «τομή» θα ήταν να απαλλάξουν τον πανικόβλητο μεροκαματιάρη από το δυσθεώρητο για τις πλάτες του κόστος της κατεστημένης παραπαιδείας, του φροντιστηρίου. Ούτε καν διανοούνται ότι «τομή» θα ήταν οι άμεσες απολύσεις εκπαιδευτικών όταν παράνομα απεργούν, η δίχως καραγκιοζιλίκια «διαλόγων» θεσμοθέτηση συνεχούς ελέγχου της ποιότητας του έργου των εκπαιδευτικών σε σχολειά και πανεπιστήμια. Η αξιολόγηση του δασκάλου δεν παζαρεύεται, είναι θεμελιώδης προϋπόθεση οποιουδήποτε εκπαιδευτικού συστήματος.
Από στόμα σε στόμα, να γίνει η αηδία μας οργή και η οργή ψήφος απόρριψης όσων αποδεδειγμένα μας εμπαίζουν. Αρχηγικά «ντιμπέιτ», πολύωρες συνεντεύξεις σε δημοσιογράφους ανίκανους να πλάσσουν σε ερώτηση τη λαϊκή αγανάκτηση, ατέλειωτος χρόνος τηλεοπτικός σε κυρακατινίστικες κοκορομαχίες ηλίθιας κομπορρημοσύνης. Και ο πολίτης υποχρεωμένος να τα ζει όλα αυτά χωρίς τη δυνατότητα μιας ψήφου διαμαρτυρίας. Εξω από τις μαφιόζικες συντεχνίες της οικογενειοκρατίας με τις αστρονομικές επιδοτήσεις από το κοινωνικό χρήμα και την αδίστακτη, ομολογημένη (Τσουκάτος), διαπλοκή διαφθοράς, παραμονεύει ή η ψυχανωμαλία των θαυμαστών του σταλινισμού ή η τσίτσιδη πια γύμνια της «ανανεωτικής» ιδιοτέλειας. ΄Η ο αμοραλισμός, που ψαρεύει από τηλεοπτικές «ζώνες» ντροπής υπερασπιστές της «Ορθοδοξίας».
Από στόμα σε στόμα, όχι υποδείξεις, αλλά «κίνημα» διέγερσης της αντίστασης στον εξανδραποδισμό μας. Η ανάγκη αντίστασης θα οδηγήσει τον κάθε πολίτη να βρει τον δικό του τρόπο να ψηφίσει για την ανατροπή του σκηνικού της απάτης.

18.9.09

Στο ράφι η αντιπυραυλική ασπίδα των ΗΠΑ, αντικαθίσταται με πυραύλους σε πλοία

Ανακοίνωσε επισήμως την απόφασή του για εγκατάλειψη της εγκατάστασης αντιπυραυλικής ασπίδας στην Ευρώπη, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, διαψεύδοντας ότι έχει να κάνει με τις ρωσικές αντιδράσεις. Το σύστημα θα αντικατασταθεί με την ανάπτυξη πυραυλοφόρων καταδρομικών πλοίων Aegis. Θετικά κρίνει η Μόσχα, δηλώνει έτοιμη για διάλογο.
«Η αρχιτεκτονική της νέας αντιπυραυλικής άμυνάς μας στην Ευρώπη θα παρέχει πιο δυνατές, εξυπνότερες και ταχύτερες άμυνες για τις αμερικανικές δυνάμεις και τους συμμάχους» δήλωσε ο Μπ.Ομπάμα σε ανακοίνωσή του από τον Λευκό Οίκο.
Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι το νέο αντιπυραυλικό σύστημα θα είναι πιο κατανοητό από το προηγούμενο, θα χρησιμοποιεί δοκιμασμένες τεχνολογίες, ενώ δεν θα είναι τόσο ακριβό όσο η αντιπυραυλική ασπίδα. Παράλληλα, είπε ότι μέσω αυτού οι ΗΠΑ θα τηρήσουν την υπόσχεσή τους για προστασία του αμερικανικού εδάφους.
Ο Μπαράκ Ομπάμα επανέλαβε πολλές φορές ότι τα νέα συστήματα θα προσφέρουν περισσότερη -και όχι λιγότερη- προστασία.
Το αμφιλεγόμενο σχέδιο, το οποίο είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στη Ρωσία, εγκαταλείπεται εν μέρει επειδή οι ΗΠΑ εκτιμούν πως η κατασκευή από το Ιράν πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς καθυστερεί περισσότερο απ' ό,τι είχε αρχικά θεωρηθεί, συνιστώντας μικρότερη απειλή για την αμερικανική ήπειρο και τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον θα συνεχίσει να συνεργάζεται με την Τσεχία και την Πολωνία, όπου τμήματα της αντιπυραυλικής ασπίδας αναμενόταν να εγκατασταθούν.
Παρά την απόφασή του, υποστήριξε ότι οι ανησυχίες της Μόσχας για την αντιπυραυλική ασπίδα «ήταν τελείως αβάσιμες».
Ο Λευκός Οίκος ξεκαθάρισε ότι η απόφαση των ΗΠΑ δεν έχουν καμία σχέση με τις αντιδράσεις της Ρωσίας.
Ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Γκέιτς, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα στείλουν σε μία πρώτη φάση αντιτορπιλικά Aegis για την προστασία από τις άμεσες απειλές, ενώ η δεύτερη φάση, με συστήματα ξηράς, θα ξεκινήσει γύρω στο 2015.
Ο Ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ δήλωσε ότι η Ρωσία «εκτιμά» την απόφαση του Μπ.Ομπάμα. «Εκτιμούμε την στάση υπευθυνότητας του Αμερικανού προέδρου προς την εφαρμογή των όσων έχουμε συμφωνήσει» δήλωσε.
Τόνισε ότι ο ίδιος είναι έτοιμος να συνεχίσει το διάλογο και μάλιστα είπε ότι το θέμα της αντιπυραυλικής άμυνας θα συζητηθεί σε συνάντησή του με τον Μπ.Ομπάμα στις 23 Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη.
Ο Μπ.Ομπάμα συνομίλησε την Πέμπτη με τον πρόεδρο της Πολωνίας, Ντόναλντ Τουσκ, προκειμένου να βρεθούν, όπως δήλωσε ο Πολωνός πρόεδρος, τρόποι για την προστασία της χώρας.
«Σήμερα υπήρξε μια σειρά επαφών και συνομιλιών με την αμερικανική πλευρά για τα μελλοντικά σχέδιά τους. Αυτές οι επαφές, καθώς και οι συνομιλίες μου με τον πρόεδρο Ομπάμα, επιβεβαιώνουν ότι οι ΗΠΑ αλλάζουν την πολιτική τους για την αντιπυραυλική ασπίδα» δήλωσε ο Ντ.Τουσκ, λέγοντας ότι ενδέχεται στο μέλλον να ενταθεί η συνεργασία ΗΠΑ-Πολωνίας στον τομέα της ασφάλειας.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν με την εγκατάσταση συστοιχίας πυραύλων Patriot σε πολωνικό έδαφος.
Υπενθυμίζεται ότι η Μόσχα εξέλαβε τα σχέδια ανάπτυξης της αντιπυραυλικής ασπίδας ως άμεση απειλή για την ίδια παρά τις διαβεβαιώσεις που δίνονταν από την προεδρία Μπους ότι στοχεύει στην προστασία από τα κράτη-«παρίες», όπως το Ιράν.
Το Νοέμβριο η Ρωσία μετακίνησε τους δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους στο θύλακα του Καλίνινγκραντ, ανάμεσα στη Λιθουανία και την Πολωνία, αμφότερες ΝΑΤΟϊκά κράτη-μέλη. Στόχος να «εξουδετερωθεί» εάν κριθεί απαραίτητο η αμερικανική αντιπυραυλική ασπίδα, όπως είχε δηλώσει τότε ο Ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ.
Τη στήριξή του στην απόφαση του Μπ.Ομπάμα εξέφρασε ο Βρετανός πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν.

13.9.09

Πολιτική αυτοπροβολής και πολιτική βάθους

Γράφει ο Βασίλης Μαρκεζίνης

Στην εποχή μας μπορεί κανείς να φτάσει στην κορυφή είτε μέσω της αυτοπροβολής είτε μέσω της εγγενούς αξίας του καινοτόμου έργου του. Η καθεμιά οδός προϋποθέτει διαφορετικό είδος ταλέντου, αλλά γεγονός είναι ότι η δεύτερη οδός είναι πιο αργή και κοπιαστικά ελικοειδής. Παραδόξως, όμως, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η επίμοχθη αυτή οδός λειτουργεί καλύτερα.

Οι πρόσωπο με πρόσωπο διαπραγματεύσεις στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής αποτελούν μία από αυτές τις περιπτώσεις, καθώς, εν προκειμένω, μόνον μέχρις ενός σημείου μπορεί να αποβούν αποτελεσματικά τα επικοινωνιακά τεχνάσματα προβολής. Eχω την εντύπωση ότι στη σύγχρονη ελληνική και τουρκική εξωτερική πολιτική μπορούμε να εντοπίσουμε παραδείγματα και για τις δύο προαναφερθείσες οδούς. Εάν τούτο αληθεύει, έχουμε άραγε να αποκομίσουμε κάποια ευρύτερα διδάγματα;

Αυτοπροβολή αλά γκρεκ

Οι Eλληνες υπουργοί Εξωτερικών και ο μικρός κύκλος των έμπιστων συμβούλων τους έχουν αναπτύξει εντυπωσιακές τεχνικές προβολής τόσο των ίδιων όσο και των αντιλήψεών τους για την εξωτερική πολιτική μας. Μάλιστα, ο χρόνος που σήμερα αφιερώνεται στους πολιτικούς ελιγμούς έχει αυξηθεί σημαντικά, ιδιαίτερα δε στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων σχέσεων αντιπαλότητας στους κόλπους του κυβερνώντος κόμματος. Αντιθέτως, απουσιάζουν πλήρως οι ενδείξεις ενός πρωτότυπου τρόπου γεωπολιτικής σκέψης. Για την ακρίβεια, το προηγούμενο καθεστώς παραμένει σε γενικές γραμμές απαράλλακτο, παρά το γεγονός ότι το πολιτικό περιβάλλον έχει μεταβληθεί άρδην. Αυτή η μέθοδος άσκησης εξωτερικής πολιτικής, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της Eνωσης Διπλωματικών Υπαλλήλων, κ. Γιώργο Αϋφαντή (Eθνος, 14 Αυγούστου), προκαλεί εσωτερικές τριβές, περιθωριοποίηση και πτώση του ηθικού των διπλωματών. Κυκλοφορούν ακόμη και φήμες για άσκηση διώξεων κατά των ιθυνόντων του υπουργείου.

1. Η προώθηση της προσωπικής εικόνας

Οι υπουργοί Εξωτερικών χαίρονται να πρωταγωνιστούν στους τίτλους των εφημερίδων. Σημαντική βοήθεια τους προσφέρουν οι επίκαιρες αλλά γενικές και αόριστες δηλώσεις, οι οποίες, για τον λόγο αυτόν, δεν μπορούν να αντικρουστούν εύκολα. Ακόμη πιο αποτελεσματικές, ωστόσο, είναι οι διεθνείς συνάξεις, που μεταδίδουν μια εικόνα διεθνούς αναγνώρισης. Η κερκυραϊκή σύνοδος του περασμένου Ιουνίου αποτελεί εναργές παράδειγμα «ελεγχόμενης» δημοσιότητας. Βεβαίως, το γεγονός ότι κανείς πλέον δεν τη θυμάται δείχνει απλώς πόσο περιορισμένη ήταν τελικά η σπουδαιότητά της.

Οπωσδήποτε, η υπουργός Εξωτερικών μας θα είχε διαφορετική γνώμη. Θα επεσήμανε, για παράδειγμα, ότι η σύνοδος επέτυχε την επανέναρξη του ρωσο-νατοϊκού διαλόγου, ο οποίος είχε διακοπεί μετά την εισβολή στη Νότια Οσετία. Θα άφηνε επίσης να εννοηθεί ότι επρόκειτο για ελληνικό επίτευγμα. Οι εύσχημες αυτές απόψεις, όμως, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Πράγματι, κατά πρώτο λόγο, ο ανωτέρω ισχυρισμός συγκαλύπτει την επιπόλαιη απόφαση του ίδιου του ΝΑΤΟ να διακόψει τον διάλογο με τη Ρωσία. Το σχόλιο του κ. Στάθη Ευσταθιάδη, ενός στοχαστικού ανθρώπου ήπιων τόνων, ήταν, συνεπώς, εύστοχο και απολύτως δικαιολογημένο:

«Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που οι δυτικές κυβερνήσεις διακόπτουν κάποιον διάλογο με τη Μόσχα ή το Πεκίνο και τον επαναλαμβάνουν ύστερα από μερικούς μήνες. Ετσι, αυτή η τακτική καταντά όχι απλώς ατελέσφορη αλλά και γελοία. Τι μπορεί να περίμεναν οι υπουργοί Εξωτερικών και οι κυβερνήσεις τους όταν, λόγω Γεωργίας, διέκοπταν τον διάλογο με τη Μόσχα; Οτι θα έφευγαν οι ρωσικές δυνάμεις από τη Νότια Οσετία; Ή ότι το Κρεμλίνο θα εκλιπαρούσε να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις και ο διάλογος;».

Κατά δεύτερο λόγο, το σχόλιο αυτό τού κ. Ευσταθιάδη δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» της 11ης Μαρτίου, και όχι Ιουνίου. Αυτή μάλιστα η χρονική διαφορά φανερώνει ότι η απόφαση επανέναρξης του διαλόγου είχε ληφθεί (πρωτύτερα) στις Βρυξέλλες, και όχι (αργότερα) στην Κέρκυρα.

2. Μεγαλοποιήσεις

Οι διοργανωτές της κερκυραϊκής συνάντησης δεν θα δεχτούν επ’ ουδενί τη συγκεκριμένη άποψη περί επανόρθωσης σφάλματος, διότι (θα πουν) άλλα πράγματα συνέβησαν στη Σύνοδό τους. Υπεγράφη, φέρ’ ειπείν, μια (ανολοκλήρωτη) συμφωνία με τους Αμερικανούς για το ζήτημα της βίζας. Συγκρινόμενο, όμως, με τις μείζονες απειλές που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας, το ζήτημα αυτό μοιάζει μάλλον επουσιώδες. Γεγονός πάντως είναι πως δεν έχουμε να περιμένουμε πολλά περισσότερα από τους Αμερικανούς. Και (κάτι ακόμη χειρότερο), καθώς η συμφωνία δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, αναμφίβολα θα τη γιορτάσουμε ξανά τον Δεκέμβριο: ο θρίαμβός μας γιορτάζεται σε μικρές, αργές δόσεις.

Εναλλακτικά, θα δικαιούνταν κανείς να μιλήσει για μεγαλοποίηση ενός ζητήματος ήσσονος σημασίας. Το ίδιο συνέβη και με τη Χάλκη, άλλωστε.

Το μέλλον της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης έχει, αναμφίβολα, συγκινησιακό αντίκτυπο. Κατ’ ουσίαν, όμως, δεν αποτελεί το Α και το Ω ούτε για το Πατριαρχείο μας ούτε και για τη χώρα μας, σε σχέση με τα επιτακτικά ζητήματα που συνδέονται με τον εναέριο και τον θαλάσσιο χώρο μας, τους οποίους οι Τούρκοι παραβιάζουν καθημερινά.

Εντούτοις, εν όψει της επίσκεψης του κ. Ομπάμα στην Αγκυρα τον περασμένο Απρίλιο, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών αποφάσισε ότι θα έπρεπε να ζητήσουμε από τους Αμερικανούς να πιέσουν τους Τούρκους για έναν συμβιβασμό ως προς τη Χάλκη, εξασφαλίζοντας, σε αυτό τουλάχιστον το επίπεδο, λίγη θετική δημοσιότητα για την ελληνική διπλωματία. Ετσι, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ομπάμα στην Τουρκία, το ζήτημα αυτό βρέθηκε σε δυσανάλογα υψηλή θέση στον κατάλογο με τις «ανησυχίες» μας για την Τουρκία.

Οπως πάντα, οι Τούρκοι αποδείχτηκαν όχι μόνον αμετακίνητοι αλλά και ταχύτατοι ως προς τις αντιδράσεις τους. Με τις ευλογίες της Αμερικής, συνέδεσαν το ζήτημα της Χάλκης με την τουρκόφωνη μειονότητα της Θράκης. Αποδείχτηκε, έτσι, ότι η περιλάλητη «στρατηγική συνεργασία» Ελλάδας και Αμερικής ήταν απλώς λόγια του αέρα.

Δίχως αμφιβολία, επρόκειτο για μία ακόμη επιτυχία της τουρκικής διπλωματίας. Και τούτο, διότι μετέτρεψε σε διμερές ζήτημα ένα θέμα (κατά βάση) θρησκευτικής ανεκτικότητας και θρησκευτικών δικαιωμάτων στην Τουρκία - ένα θέμα, συνεπώς, που η Τουρκία έπρεπε να το διευθετήσει προτού ενταχθεί στην ΕΕ. Επιπλέον, γράφτηκε εκείνη την περίοδο ότι ο Πατριάρχης μας «εξεπλάγη» από αυτή την «απροσδόκητη» αλλαγή του κ. Ομπάμα, γεγονός το οποίο, εάν όντως αληθεύει, μας κάνει να διερωτηθούμε εάν η ελληνική πλευρά είχε μπορέσει να προβλέψει μια τέτοια εξέλιξη και εάν είχε προειδοποιήσει τον Πατριάρχη αναλόγως.

Και έχει τάχα κλείσει το εν λόγω ζήτημα; Προφανώς, όχι. Μια πρόγευση των επικείμενων εξελίξεων πήραμε πρόσφατα, με την επίσκεψη του κ. Ερντογάν στον Πατριάρχη μας. Οπως εύστοχα σχολίασε ο πολιτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, κ. Ανδρέας Λοβέρδος, η τουρκική κίνηση είχε «χαρακτηριστικά τακτικού χειρισμού».

Διακρίνω, από τουρκικής πλευράς, μια μεγαλοπρεπή αν και εντέλει περιορισμένη χειρονομία (δεδομένου ότι οι Τούρκοι ποτέ δεν δίνουν κάτι χωρίς ανταλλάγματα), καθώς πλησιάζει η στιγμή της επανεξέτασης της αίτησης ένταξής τους στην ΕΕ. Προσωπικά, προβλέπω ότι η Τουρκία θα αποχωρήσει από τη σχετική σύνοδο, ανοίγοντας τουλάχιστον μερικά ακόμη κεφάλαια προς συζήτηση, ενώ η Ελλάδα θα υπερηφανεύεται ότι «κέρδισε τη Χάλκη» και ότι εξακολουθεί ψύχραιμα να έχει τον έλεγχο της κατάστασης.

Ανάδειξη αλά τούρκα

Εάν τώρα κοιτάξουμε προς τα ανατολικά, θα διαπιστώσουμε ότι η έμφαση δεν δίνεται στους πολιτικούς και στα επικοινωνιακά τους τεχνάσματα, αλλά σε αυτή καθ’ εαυτήν τη χάραξη πολιτικής, και δη στην κατάστρωση ενός πλήρως συντονισμένου σχεδίου - σε αντιδιαστολή με την αποσπασματική, απροσχεδίαστη αντιμετώπιση των εκάστοτε ζητημάτων. Ασφαλώς, η νοοτροπία του κ. Νταβούτογλου ως διανοουμένου τον ωθεί να επικεντρώνεται στην εμβριθή μελέτη που αναδεικνύει ένα σύστημα αλληλένδετων ιδεών, και όχι στα φώτα των προβολέων που επιδιώκουν οι διψασμένες για χειροκρότημα ντίβες. Ετσι, η ουσία των τουρκικών επιχειρημάτων δεν προωθεί τον επινοητή τους, αλλά τους στρατηγικούς στόχους της χώρας του. Είναι βεβαίως επόμενο ότι, καθώς τα επιχειρήματα αυτά προσελκύουν την προσοχή και κερδίζουν τον σεβασμό, το ανάστημα του ανδρός προβάλλει διαρκώς υψηλότερο στον κόσμο της διεθνούς διπλωματίας.

1. Το σύστημα Νταβούτογλου

Στο κλασικό του πόνημα περί «Στρατηγικού Βάθους», o κ. Νταβούτογλου αναπτύσσει τις απόψεις του για τις σημερινές γεωπολιτικές συνθήκες. Εχει ήδη επισημανθεί η θεωρητική αξία του έργου αυτού. Αυτό όμως που οι Ελληνες δεν έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει πλήρως είναι ότι το εν λόγω βιβλίο τούς δείχνει ξεκάθαρα ποιον δρόμο ακολουθεί ήδη ο συγγραφέας του. Οφείλουν συνεπώς να το μελετήσουν και να αντιδράσουν δεόντως!

Αφετηριακά σημεία της ανάλυσης του κ. Νταβούτογλου αποτελούν, αφενός, η Σοβιετική Ενωση και, αφετέρου, η αποτυχία της αμερικανικής προσπάθειας (που αντλεί το θεωρητικό της υπόβαθρο από συγγραφείς όπως ο Φράνσις Φουκουγιάμα) να οικοδομήσει τη Νέα Παγκόσμια Τάξη της. Ο Τούρκος μελετητής αντικρούει επίσης την άποψη του Σάμιουελ Χάντινγκτον ότι η σημερινή αστάθεια είναι απότοκη της επονομαζόμενης «σύγκρουσης των πολιτισμών». Στρέφει, ορθώς, την προσοχή του στα επακόλουθα της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ενωσης και υπογραμμίζει ότι «ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες αστάθειας στη μεταψυχροπολεμική εποχή είναι [ένα] γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό κενό».

Το επόμενο βήμα του είναι να επισημάνει παραδείγματα τέτοιων κενών.

Ενα πρώτο κενό είναι η Καυκασία, περιοχή ιδιαίτερα αξιοσημείωτη και αξιοπρόσεκτη λόγω των άφθονων ενεργειακών πόρων της. Πολύ βολικά, η Καυκασία είναι επίσης -εξαιρουμένων εν μέρει της Γεωργίας και της Αρμενίας- ισλαμική. Το ίδιο ισχύει και για την Κεντρική Ασία.

Ετσι, ο κ. Νταβούτογλου, χωρίς να εγκαταλείπει τον ελάχιστα παρατηρημένο (και ασφαλώς, σήμερα, συγκρατημένο) αντιαμερικανισμό του, μας πληροφορεί κατόπιν ότι «ο βασικός λόγος που χαρακτηρίζεται απειλητικός ο μουσουλμανικός κόσμος» σχετίζεται με τις «γεωπολιτικές, γεωοικονομικές και γεωστρατηγικές δυνατότητές του», οι οποίες και τον τοποθετούν σε πολύ πιο πλεονεκτική θέση από την Αμερική, για να καλύψει αυτό το κενό. Ετσι, η Αμερική «χρειάζεται ένα ιδεολογικό έρεισμα για τις στρατηγικές και τις τακτικές επιχειρήσεις της, προκειμένου να αποκτήσει έλεγχο επί των δυνατοτήτων αυτών».

Το συμπέρασμά του είναι ότι, για ιστορικούς, γεωγραφικούς και θρησκευτικούς λόγους, η Τουρκία βρίσκεται σε ιδανική θέση για να αναλάβει την ηγεσία τού (διχασμένου, σήμερα) μουσουλμανικού κόσμου και να καλύψει τα περί ων ο λόγος κενά.

Μολονότι πολλοί από τους προκαταρκτικούς ισχυρισμούς του κ. Νταβούτογλου είναι αληθοφανείς, ή ακόμη και πειστικοί, δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για το συμπέρασμά του. Αυτή είναι η γνώμη ενός Ελληνα, θα μου αντέτεινε πιθανώς ο ίδιος. Ας παραμερίσουμε όμως, επί του παρόντος, την αξία της γνώμης μου και ας εστιάσουμε την προσοχή μας στο ζητούμενο.

Και τούτο είναι κατά πόσον κάποια ή κάποιες από τις κεντρικές ιδέες του κ. Νταβούτογλου, που διατυπώθηκαν το 1998, έχουν αλλάξει ή θα μπορούσαν να αλλάξουν εν όψει των ομιλιών του Ομπάμα για το Ισλάμ.

2. Η τουρκική αντίληψη για το Κυπριακό

Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο κ. Νταβούτογλου μπορεί ή ακόμη και σκέφτεται να αλλάξει οποιαδήποτε από τις σταθερές της θεωρίας του. Πράγματι, στο θεμελιακό έργο του Στρατηγικό Βάθος (2001), επεξεργάστηκε αναλυτικότερα την ίδια θεωρία. Η επεξεργασία αυτή ήταν αναπόφευκτη δεδομένων των όσων ο ίδιος εκλαμβάνει ως αποφασιστικά πλεονεκτήματα της χώρας του, τα οποία, όπως προείπα, τοποθετούν την Τουρκία σε κατάλληλη θέση για να καλύψει τα γεωπολιτικά κενά.

Κατά τα λεγόμενα του ιδίου, τα πλεονεκτήματα αυτά σχετίζονται με το γεγονός ότι «οι μουσουλμανικές χώρες ελέγχουν πλήρως τον κεντρικό πυρήνα [αυτών των περιοχών] από την Ανατολή έως τη Δύση, καθώς και τα περάσματα από τον Βορρά έως τον Νότο, από την κεντρική Ευρασία [Heartland] έως τις θερμές θάλασσες, μέσω της Καυκασίας έως τη νότια ζώνη της Κεντρικής Ασίας και του Αφγανιστάν. Επιπροσθέτως, οι μουσουλμανικές χώρες κατέχουν είτε πλήρως (Ανατολία και Αραβική Χερσόνησος) είτε μερικώς (Ινδική Υποήπειρος και Ινδοκίνα) τον έλεγχο των σημαντικών ημι-νήσων και νήσων (Κύπρος, Σουμάτρα, Ιάβα, Βόρνεο, Μιντανάο) που περιστοιχίζουν τα σημεία πρόσβασης της κεντρικής Ευρασίας στους ωκεανούς».

Ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Νταβούτογλου συνδέει αυτά τα ζωτικής σημασίας περάσματα (ή «choke points») δεν δείχνει απλώς και μόνον γιατί η -πραγματική ή φαινομενική- αλλαγή της Αμερικής απέναντι στον μουσουλμανικό κόσμο δεν δύναται να μεταβάλει τις δικές του σταθερές: υπό τη νέα, επεξεργασμένη της μορφή, η θεωρία του δείχνει επίσης, πολύ πιο ξεκάθαρα, τη σοβαρότητα της απειλής για την Κύπρο (και, κατ’ επέκταση, για την Ελλάδα).

Ετσι, για τον κ. Νταβούτογλου, η Κύπρος δεν αποτελεί πρόβλημα: κακώς μάλιστα (λέει) χαρακτηρίζεται ως πρόβλημα από όλους, της Τουρκίας μη εξαιρουμένης. Κατά την άποψή του -άποψη συνεπή προς τη συνολική του αντίληψη των προβλημάτων και προς την ανάλυση των «κενών»-, το Κυπριακό απαιτεί μια ριζική επανεξέταση που θα τοποθετήσει μόνιμα το νησί σε τουρκική τροχιά, στην οποία, εξάλλου, ο ίδιος θεωρεί ότι αυτό ανήκει. Και όταν λέω «το νησί», εννοώ ολόκληρη την Κύπρο, και όχι απλώς το τουρκικό μέρος της. Λόγω έλλειψης χώρου, θα παρουσιάσω ακολούθως μερικά κεντρικά σημεία της σκέψης του κ. Νταβούτογλου (όπως μεταφράστηκαν από τον καθηγητή Ιωάννη Μάζη και δημοσιεύτηκαν στο Παρόν της 8ης Αυγούστου).

«Μια χώρα που αγνοεί την Κύπρο δεν μπορεί να είναι ενεργός στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Στις παγκόσμιες πολιτικές δεν μπορεί να είναι ενεργός διότι αυτό το μικρό νησί κατέχει μια θέση που (μπορεί να) επηρεάζει ευθέως τις στρατηγικές συνδέσεις μεταξύ Ασίας-Αφρικής, Ευρώπης-Αφρικής και Ευρώπης-Ασίας».

Αυτή η συλλογιστική βάση τον οδηγεί σε ακόμη πιο ανησυχητικά συμπεράσματα. Ιδού πώς διατυπώνει την όλη κατάσταση ο κ. Νταβούτογλου (η έμφαση, δική μου):

«Η Τουρκία, επηρεαζόμενη λόγω θέσεως από πολλές ισορροπίες, είναι υποχρεωμένη να αξιολογήσει την κυπριακή πολιτική της, βγάζοντάς την από την τουρκο-ελληνική εξίσωση. Η Κύπρος γίνεται με αυξανόμενη ταχύτητα ένα ζήτημα Ευρασίας και Μέσης Ανατολής-Βαλκανίων (Δυτικής Ασίας-Ανατολικής Ευρώπης). [...] Στο ζήτημα της Κύπρου, από πλευράς Τουρκίας η σημασία μπορεί να εντοπιστεί σε δύο κύριους άξονες: ο ένας εξ αυτών είναι ο άξονας της ανθρώπινης αξίας, προσανατολισμένος στην κατοχύρωση της ασφάλειας της μουσουλμανικής τουρκικής κοινότητας».

Οι πλάγιες λέξεις έχουν κρισιμότατη σημασία, καθώς ο Τούρκος υπουργός συνεχίζει: «Μια αδυναμία [της Τουρκίας] που [ενδεχομένως] θα φανερωθεί στο θέμα της ασφάλειας και της προστασίας της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου μπορεί να εξαπλωθεί σαν κύμα στη Δυτική Θράκη και τη Βουλγαρία - και μάλιστα ακόμη και στο Αζερμπαϊτζάν και στη Βοσνία».

Τα προαναφερθέντα είναι αρκετά δυσοίωνα για τους Ελληνες, αλλά ο κ. Νταβούτογλου δεν σταματά εκεί την ανάλυση των συμφερόντων της χώρας του στην Κύπρο. Ιδού τι λέει στη συνέχεια:

«Ο δεύτερος σημαντικός άξονας του Κυπριακού είναι η σημασία που έχει το νησί αυτό από γεωστρατηγικής απόψεως. [...] Ακόμη και αν δεν υπήρχε κανένας μουσουλμάνος Τούρκος στην Κύπρο, η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να έχει ένα κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη απέναντι σε ένα τέτοιο νησί, που βρίσκεται μέσα στην καρδιά του ίδιου του ζωτικού της χώρου [...]. Αυτή η γεωστρατηγική σημασία έχει δύο διαστάσεις. Η μία εξ αυτών έχει στενή στρατηγική σημασία και έχει σχέση με τις ισορροπίες Τουρκίας-Ελλάδος και Τ.Δ.Β. Κύπρου-Ελληνικού Τμήματος [sic!] στην Ανατολική Μεσόγειο. Η δεύτερη διάσταση της γεωστρατηγικής σημασίας είναι ευρείας στρατηγικής σημασίας και σχετίζεται με τη θέση του νησιού μέσα στις παγκόσμιες και περιφερειακές στρατηγικές».

Τι συνάγεται ;

Θα δούμε ακολούθως τι έχει να πει ο ίδιος ο Τούρκος υπουργός, οδηγώντας μας, ως Ελληνες, να διερωτηθούμε σοβαρά εάν μπορούμε, μόνοι, να απαντήσουμε σε μια τέτοια, γεωπολιτικά σχεδιασμένη, άποψη, αβοήθητοι δηλαδή από μια μεγάλη δύναμη και με μοναδικό μας όπλο τα διπλωματικά πυροτεχνήματα.

Με άλλα λόγια: τα ανωτέρω αποσπάσματα δεν αποτελούν άραγε σαφή ένδειξη μιας σκέψης που ξέρει πολύ καλά τον προορισμό της, έστω και αν, για λόγους τακτικής, και προκειμένου να διευκολυνθεί η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, θα μπορούσε ίσως να δεχτεί κάποιες επιφανειακές αλλαγές ως προς τους αντικειμενικούς σκοπούς της; Θα ήταν ποτέ δυνατόν μια ελληνική ή κυπριακή κυβέρνηση να διαπραγματευτεί τον όποιο συμβιβασμό με έναν τόσο δεινό στοχαστή, εάν πρώτα δεν παραμερίσει πλήρως, μονίμως και σαφώς τις ανωτέρω μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες; Κατά την ταπεινή μου άποψη, εάν κάποια κυβέρνηση το έκανε, δεν θα διέπραττε απλώς ένα σοβαρότατο σφάλμα, αλλά κάτι ανείπωτα χειρότερο! Ας δούμε, λοιπόν, πώς θέτει το ζήτημα ο ίδιος ο κ. Νταβούτογλου.

«Την Κύπρο δεν μπορεί να την αγνοήσει καμία περιφερειακή ή παγκόσμια δύναμη που κάνει στρατηγικούς υπολογισμούς στη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο, το Σουέζ, την Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο. Η Κύπρος βρίσκεται σε τόσο ιδανική απόσταση απ’ όλες αυτές τις περιοχές, που έχει την ιδιότητα μιας παραμέτρου που (μπορεί να) επηρεάζει καθεμία απ’ αυτές ευθέως. Η Τουρκία, το στρατηγικό πλεονέκτημα που απέκτησε τη δεκαετία του 1970 πάνω σε αυτή την παράμετρο, πρέπει να το αξιοποιήσει όχι ως στοιχείο μιας αμυντικής κυπριακής πολιτικής με στόχο τη διαφύλαξη του status quo, αλλά ως ένα θεμελιώδες στήριγμα μιας διπλωματικής φύσεως επιθετικής θαλάσσιας στρατηγικής».

Κίνδυνοι και απαντήσεις

Το παρόν άρθρο είναι το τρίτο κατά σειρά κείμενο που γράφω για τον κ. Νταβούτογλου, συγκρίνοντας τις διπλωματικές τεχνικές και απόψεις του με τις δικές μας. Διαβάζοντας τα κείμενά του, διαπιστώνω ότι δεν είναι απλώς εμβριθή, αλλά και τρομακτικά. Διότι ο βαθμός σκέψης που έχει περάσει στα κείμενά του εμπνέει δέος ανάλογο του ολέθρου που θα προκαλούσε στη χώρα μας μια πιθανή πραγμάτωση των θεωριών του.

Το στοιχείο που καθιστά τόσο ανησυχητική τη σκέψη του κ. Νταβούτογλου είναι οι στενές γεωγραφικές διασυνδέσεις που θεμελιώνει. Τα όσα λέει για την Κύπρο, φέρ’ ειπείν, μπορούν και πρέπει να συνδεθούν με τη Θράκη, όχι λόγω της εκεί παρουσίας μουσουλμανικών πληθυσμών, αλλά λόγω του τρόπου με τον οποίο ο κ. Νταβούτογλου δομεί την επιχειρηματολογία του για μια πολυδιάστατη επέκταση της επιρροής της χώρας του.

Ποιες (θα) είναι οι δικές μας αντιδράσεις;

Οφείλουν, πιστεύω, να εκδηλωθούν σε δύο φάσεις: βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

Βραχυπρόθεσμα, πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα τους κινδύνους που ελλοχεύουν πίσω από τις πρόωρες εκλογές. Δεν είμαι πολιτικός, αλλά, ως σκεπτόμενος άνθρωπος, δεν έχω διόλου πειστεί ότι η οικονομική κρίση είναι ο λόγος για την απόφαση του κυβερνώντος κόμματος να αποφασίσει τη διενέργεια εκλογών.

Η οικονομία βρίσκεται πράγματι σε άσχημη κατάσταση, όχι όμως τόσο όσο στο εξωτερικό. Φοβάμαι και, εξίσου, υποψιάζομαι ότι, σε εξωτερικό επίπεδο, υπάρχει μια μυστική επιθυμία άγνωστων δυνάμεων να μας ωθήσουν να υπογράψουμε πράγματα απολύτως απαράδεκτα. Τα ζητήματα της πΓΔΜ, του Αιγαίου και της Κύπρου καιροφυλακτούν στο σκοτάδι.

Ο κ. Βασίλης Μαρκεζίνης κατέχει τον τίτλο του «σερ», είναι νομικός σύμβουλος της βασίλισσας της Αγγλίας και μέλος σε επτά Ακαδημίες του εξωτερικού.

ΈΘΝΟΣ, 12/9/2009

«Κίνημα πολιτών» από στόμα σε στόμα

Tου Χρήστου Γιανναρά

Μέσα στην αχαλίνωτη υστερία ιδιοτέλειας, την προεκλογική, των κομμάτων, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια του πολίτη εξαρτάται από τη μνήμη του. Αν επιδιώξει να θυμάται, θα ξέρει ο πολίτης πώς να διασώσει την ευθυκρισία του, την εντιμότητά του, την ανθρωπιά του.

Υπάρχει βέβαια πάντοτε εκείνο το τμήμα του εκλογικού σώματος (στην Ελλάδα απελπιστικά μεγάλο) που ψηφίζει χωρίς σκέψη, χωρίς κρίση, με τον πρωτογονισμό ή την ψυχανωμαλία του οπαδού. Είναι το δυσφόρητο βαρίδι που κρατάει τη χώρα στην υπανάπτυξη, στη συνεχώς επιτεινόμενη υποβάθμιση της ποιότητας. Ομως, υπάρχει και η κρίσιμη για το εκλογικό αποτέλεσμα μερίδα των ψηφοφόρων που επιλέγει κάθε φορά το «μη χείρον» – με τα υποκειμενικά του καθενός κριτήρια του χείρονος. Γι’ αυτούς, τους μη εξανδραποδισμένους από την ιδιοτέλεια ή τον μικρονοϊκό κομματισμό ψηφοφόρους, η εγρήγορση της μνήμης είναι άμυνα συλλογικής ελπίδας.

Να θυμηθεί ο ψηφοφόρος: Ποιες αιτίες, ποια αγανάκτηση οδήγησαν την πλειοψηφία να απορρίψει δύο φορές το ΠΑΣΟΚ, το 2004 και το 2007. Και να το απορρίψει για χάρη ενός κόμματος που είκοσι περίπου χρόνια στην αντιπολίτευση, είχε αποδειχθεί πολιτικά ανύπαρκτο: χωρίς την παραμικρή αντίρρηση, διαφωνία ή αντιπρόταση στην πολιτική, στις πρακτικές, στους «κοινωνικούς» στόχους των σοσιαλεπώνυμων αμοραλιστών. Αλλαξε σε τίποτα το ΠΑΣΟΚ από το 2004 ώς σήμερα; Εδωσε το παραμικρό σημάδι αυτοκριτικής, μεταμέλειας, αναγνώρισης λαθών που προκάλεσαν δύο φορές την αποδοκιμασία του από τους ψηφοφόρους;

Αλλά να θυμηθεί και την άλλη εικόνα ο ψηφοφόρος: Τον φορτωμένο σήμερα το όνειδος της αποτυχίας πρωθυπουργό, όταν από το βήμα του Κοινοβουλίου ειρωνευόταν με ανοίκεια «οικειότητα» το φανερά ολίγιστο των ηγετικών ικανοτήτων του αθρόως ανακύψαντος τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης: του φερόταν, ωσάν να επρόκειτο για αδικημένο από τη φύση άτομο. Και να, που από αυτόν κατατροπώθηκε τελικά ο οιηματίας πρωθυπουργός, από τον πιο μειονεκτικό αντίπαλο που μπορούσε να του τύχει – ο ολίγιστος έγινε αφορμή να μετρηθεί με τη μεζούρα της ντροπής η ανικανότητα του εύγλωττου πεφυσιωμένου.

Να ανακαλέσει με ενάργεια στη μνήμη του ο ψηφοφόρος τα τεκμήρια της ψηλαφητής διαπίστωσης ότι και τα δύο «κόμματα εξουσίας» δεν πιστεύουν σε τίποτα, δεν πονάνε για τίποτα, δεν έχουν αρχές και ραχοκοκαλιά. Το ΠΑΣΟΚ περιέλαβε στους κόλπους του τον Μάρκο Βαφειάδη, αλλά και τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο – τέτοιον «σοσιαλιστικό» αχταρμά πρεσβεύει. Και η ΕΡΤ της «Νέας Δημοκρατίας», όπως και κάθε μετερίζι κρατικής διαχείρισης του πολιτισμού, αλλά και οι κοινωνικοί στόχοι της Εκπαίδευσης, συνέχισαν με τη Ν. Δ. να υπηρετούν συμπλεγματικά τον επιθετικό ρεβανσισμό των κάποτε ηττημένων της ζαχαριαδικής ένοπλης ανταρσίας της εξωραϊσμένης σε «εμφύλιο».

Να θυμηθεί και να κρίνει ο ψηφοφόρος: Τι διέφερε ως υπουργός Παιδείας ο καταγωγικά ανελλήνιστος σημερινός ηγέτης του ΠΑΣΟΚ από τη Νεοδημοκράτισσα κυρία Γιαννάκου, που τα ασύστολα κατορθώματά της τιμωρήθηκαν από τη λαϊκή ψήφο, αλλά αμείφθηκαν υπερ-εκ περισσού από το κόμμα της με την πρώτη θέση στο ευρωψηφοδέλτιο; Και γιατί άραγε έφτασε ο Θ. Πάγκαλος να καταγγέλλει τον σημερινό αρχηγό του, ως υπουργό Εξωτερικών, για απροσχημάτιστο εξαμερικανισμό του υπουργείου; Σε τι διέφερε η φανατισμένη υποστήριξη που πρόσφερε στο Σχέδιο Ανάν ο θλιβερός ολίγιστος από την υποστήριξη της σημερινής υπουργού Εξωτερικών στο ίδιο αυτό νομικό και πολιτικό τερατούργημα; Είναι εύλογα απρόσιτος σε τεκμηρίωση, αλλά συνάγεται από την προφανέστατη λογική των γεγονότων ο κάποτε ισχυρισμός του Ανδρέα Παπανδρέου ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών επιβάλλεται από «ξένα κέντρα αποφάσεων». Και μάλλον αποτελεί προστάδιο δοκιμασίας της ευπείθειας για την ανάληψη κομματικής ηγεσίας και πρωθυπουργίας.

Μόνο η εγρήγορση της μνήμης συνιστά αντίσταση της προσωπικής αξιοπρέπειας στη συλλογική ταπείνωση και ντροπή. Να μην ξεχάσει ο ψηφοφόρος την αναπλήρωση ανατριχιαστικής ανικανότητας με χαμόγελα παντός καιρού, που ήταν η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής από την κυρία Ντόρα Μητσοτάκη. Να μην ξεχάσει και την εικόνα του πρωθυπουργού το βράδυ που κρινόταν στο Συμβούλιο Κορυφής της Ε. Ε. η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας: Αυτοκαταργημένος ο εκπρόσωπος της Ιστορίας, του πολιτισμού, των δικαίων του Ελληνισμού, να μην τολμάει ούτε να ψελλίσει ότι υπάρχει ανοιχτή απειλή πολέμου (casus belli) από την Τουρκία μαζί με καθημερινές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου.

Δεν είναι τυχαίο που η προεκλογική αντιμαχία περιορίζεται, προγραμματικά και ασφυκτικά, στα προβλήματα της οικονομίας και των οικονομικών σκανδάλων. Με την απαράλλαχτα κοινή πολιτική τους στην Εκπαίδευση και στο πεδίο των ΜΜΕ, ΠΑΣΟΚ και Ν. Δ. έχουν κατορθώσει να είναι πια κυρίαρχος στην Ελλάδα ο «μονοδιάστατος άνθρωπος» του Ιστορικού Υλισμού, στην πιο χυδαία, καταναλωτικά βουλιμική εκδοχή του. Ετσι, ο Ελλαδίτης σήμερα ψηφίζει με αντανακλαστικα τζογαδόρου σκοπεύοντας την «καλή».

Και η κυβέρνηση κυβερνάει όχι με κάποιο πρόγραμμα ή με στόχους κοινωνικούς, αλλά πειθαρχώντας σε εβδομαδιαίες ή δεκαπενθήμερες δημοσκοπήσεις που απηχούν τη βουλιμία μαζών σε προχωρημένη εξηλιθίωση.

Προγραμματικά και ασφυκτικά αποκλείονται από την προεκλογική αντιμαχία θέματα που ξεπερνάνε τη διαχειριστική λάντζα της πολιτικής. Δεν συζητιέται η εξωτερική πολιτική, μόνο ρητορικές γενικολογίες. Δεν συζητιέται η ανασφάλεια των πολιτών, η κατεστημένη ανομία, η απειλή να επαναληφθεί η έκρηξη παραφροσύνης του περασμένου Δεκέμβρη. Δεν συζητιέται αν χρειάζεται ή όχι η αξιοκρατική ιεραρχία, η κριτική αξιολόγηση, ο πειθαρχικός έλεγχος των λειτουργών του κράτους. Δεν συζητιέται η διαστροφή του συνδικαλισμού σε μαφιόζικο γκανγκστερισμό με πρακτικές στρατού κατοχής στην Ελλάδα. Ούτε ή άνευ όρων παράδοση της πληροφόρησης και αγωγής του πληθυσμού στον ανταγωνισμό κερδοσκοπίας των ΜΜΕ, η εγκληματική απουσία κοινωνικού ελέγχου.

Εικονικές είναι και οι τάχα αντιπαλότητες για θέματα Παιδείας, κοινωνικών ασφαλίσεων, αγροτικής πολιτικής, πολιτικής φαρμάκου και περίθαλψης, θεσμικού ελέγχου της διαφθοράς (κυρίως στην Τοπική Αυτοδιοίκηση), λειτουργίας της Δικαιοσύνης. Δεν ενδιαφέρουν τους κομματανθρώπους τα προβλήματα, τους ενδιαφέρει αποκλειστικά και μόνο η εξουσία, συζητάνε ή αγορεύουν μόνο για να κερδίσουν τις εντυπώσεις.

Στις μέρες που απομένουν ώς τις εκλογές θα μπορούσε να προκύψει, από στόμα σε στόμα, κάτι σαν «Κίνημα Πολιτών» προφορικό, μια κοινωνούμενη πρόκληση προπαγανδισμού τριών στόχων: Με την πειθώ ή τη χλεύη, να περιοριστεί, όσο γίνεται, ο αριθμός των μικρονοϊκών που ακόμα συνάζονται, με σημαιούλες και χειροκροτήματα, σε προεκλογικές ομιλίες και φιέστες. Να σαμποταριστεί η κομματική χαρτούρα και αφισοκόλληση, να τη μεταφέρουμε αμέσως, άμα τη εμφανίσει, στην ανακύκλωση. Τρίτος, ο σπουδαιότερος στόχος: Να πέσουν σε ποσοστό ψήφων κάτω του 20% τα κόμματα εξουσίας. Που δεν είναι δύο.

Κίνημα πολιτών από στόμα σε στόμα. Με πτώση κάτω από το 20% αλλάζει το πολιτικό σκηνικό, γεννιέται ελπίδα.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 13/9/2009

6.9.09

«Ανοχύρωτη» οικονομία...

ZEZA ZHKOY

Η κινδυνολογία είναι ενοχλητική. Στην Ελλάδα εξάλλου πάντοτε, όπως φαίνεται, κάπως τα βολεύουμε. Ομως, καλύτερα να εκπονήσεις ένα σχέδιο εκτάκτου ανάγκης που δεν θα χρειαστεί να το πραγματοποιήσεις, παρά να σε βρει η «έκτακτη ανάγκη» χωρίς σχέδιο, όπως ακριβώς συνέβη με την κυβέρνηση του κ. Καραμανλή... Αυτή η εφιαλτική κρίση δανεισμού που υποβόσκει, προσγείωσε ανώμαλα όσους υποστήριζαν ότι με την ομπρέλα του ευρώ η χώρα μας μπορεί να αισθάνεται ασφαλής έναντι των αγορών. Διότι ναι μεν δεν κινδυνεύει από κρίσεις συναλλαγματικής ισοτιμίας, αντιμετωπίζει όμως την εξίσου σοβαρή κρίση αναχρηματοδότησης των χρεών της.

Θέλουμε να πιστεύουμε ότι ζούμε και παράγουμε σε μία περιθωριακή οικονομία, αδύναμη, χωρίς βάθος, χωρίς υποδομές, χωρίς προοπτικές, χωρίς οικονομικές συνεργασίες, χωρίς δικαιώματα, όπως βεβαίως και υποχρεώσεις προς μία οικονομική υπερδύναμη όπως η Ε.Ε. όπου ανήκουμε, για όσους κουτοπόνηρα το έχουν ξεχάσει. Η μόνη διέξοδος στο αξιέξοδο είναι να γίνουμε πελάτης του ΔΝΤ και να πάρουμε τη θέση της Τουρκίας.

Υπό την αφόρητη πίεση μιας απίστευτα ζοφερής οικονομικής πραγματικότητας, ο ένας Ευρωπαίος ηγέτης μετά τον άλλον ασπάστηκαν τη νέα οικονομική ορθοδοξία: να επιτραπεί η σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους προκειμένου να διασωθούν οι οικονομίες. Η Αγκελα Μέρκελ, που από «Frau-Νein» (κυρία Οχι) μετατράπηκε εν μια νυκτί σε «Frau-Ja» (κυρία Ναι). Ωστόσο, ο Γιώργος Παπανδρέου όταν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, στη νικηφόρα έκβαση για το ΠΑΣΟΚ των εκλογών της 4ης Οκτωβρίου, δεν θα έχει καμία επιλογή. Η λύση μπορεί να είναι και φαντάζει μονόδρομος, δηλαδή να βαφτίζουμε κουτοπόνηρα το κάθε σχέδιο «πρόγραμμα ενίσχυσης της πραγματικής οικονομίας», αλλά μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν.

Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί δραματικά σε βάρος του ιδιωτικού τομέα, διότι στον ανταγωνισμό για κεφάλαια έχει μπει το (καταχρεωμένο) ελληνικό κράτος, το οποίο αντλεί πολύτιμα κεφάλαια από τις μεγάλες τράπεζες. Ο ανταγωνισμός είναι εξαιρετικά άνισος, σε βάρος των επιχειρήσεων: Αφενός, διότι το κράτος διαθέτει τρόπους να τις «πείσει». Αφετέρου, διότι οι κρατικοί τίτλοι έχουν καλύτερη βαθμολογία αξιοπιστίας και οι τράπεζες τους προτιμούν για να τους καταθέσουν ως «ενέχυρο« την ΕΚΤ.

Τώρα, η εφιαλτική διόγκωση των ελλειμμάτων και η κάλυψή τους με δανεικά φέρνουν στο προσκήνιο το ζήτημα της φερεγγυότητας της χώρας. Είναι σε θέση η Ελλάδα να εγγυηθεί τα ομόλογα που εκδίδει; Ή θα σταματήσουν οι πιστωτές της να την εμπιστεύονται και θα οδηγηθεί στη χρεοκοπία; Από την έναρξη της κρίσης ώς σήμερα, η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας έχει επιδεινωθεί σημαντικά. Ευτυχώς, που ελληνικές τράπεζας αγοράζουν τα ελληνικά ομόλογα, Μέχρι πότε, όμως; Ο γόρδιος δεσμός τραπεζών-ομολόγων-κράτους, έχει ημερομηνία λήξης και αναπόφευκτα θα οδηγήσει την πρόσκαιρα επωφελή αυτή σχέση σε δράμα για όλους. Η χώρα έχει το μεγαλύτερο στην Ευρωζώνη έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστό του ΑΕΠ, εφιαλτικό δημόσιο χρέος και επιπλέον καλπάζον δημοσιονομικό έλλειμμα. Η κατάσταση δηλαδή προσομοιάζει με εκείνη χωρών οι οποίες στο παρελθόν έχουν χρεοκοπήσει.

Η πλέον δραματική χρεοκοπία χώρας στον κόσμο (εξαιρουμένης της μικροσκοπικής Ισλανδίας που το περιοδικό «Fortune» τη χαρακτήρισε ως χώρα «hedge fund») ήταν της Αργεντινής το 2001, όταν τα δημόσια οικονομικά βρέθηκαν εκτός ελέγχου και το Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών έφθασε στο 7% του ΑΕΠ. Μαντεύοντας την επικείμενη κρίση, κανείς δεν ήθελε τότε να έχει πλέον το αργεντίνικο πέσο στην τσέπη του και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποσχιστεί από το δολάριο, να παγώσει τις καταθέσεις, να κηρύξει στάση πληρωμών και να παραδοθεί στη σκληρή εποπτεία του ΔΝΤ. Τέτοια χρεοκοπία δεν μπορεί να συμβεί σε ένα κράτος που είναι στην Οικονομική Ενωση του ευρώ, απλούστατα διότι το κοινό νόμισμα δεν είναι εθνικό για να μπορεί μια χώρα να το υποτιμήσει ούτε υπάρχει μηχανισμός αποχώρησης ή εκδίωξης αν σε κάποιους τομείς η οικονομία της έχει πρόβλημα, ακόμη και σοβαρό.

Ομως, η ελληνική οικονομία και ο λαός θα πληρώσουν ακριβά τα ελλείμματα τα οποία τόσο απερίσκεπτα η κυβέρνηση άφησε και γιγαντώθηκαν. Βέβαια η διεθνής κρίσης έχει χειρότερες συνέπειες για τη χώρα μας επειδή έχουν καταρρεύσει τα κρατικά έσοδα, οδηγώντας σε μεγάλη διόγκωση το δημόσιο χρέος και τις ανάγκες δανεισμού. Η δημοσιονομική κατάρρευση προϋπήρξε της διεθνούς κρίσης και δεν προήλθε από αυτήν, αλλά από την αναποτελεσματικότητα και τις σκοπιμότητες της οικονομικής πολιτικής.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 6/9/2009

Νεο-οσμανιδών και Βρυξελλών γεφύρωση

Tου Χρήστου Γιανναρά

Η ελλαδική κοινωνία σήμερα δεν έχει αντανακλαστικά θέλησης για ιστορική επιβίωση, είναι περισσότερο από φανερό. Και η πιστοποίηση τεκμηριώνεται κυρίως στην περίπτωση των σχέσεων με την Τουρκία. Η διαφορά πολεμικής ισχύος των δύο κρατών, διαφορά εξοπλισμών, πληθυσμικού μεγέθους, οργανωτικής αποτελεσματικότητας, πατριωτικού φρονήματος και απαιτήσεων αξιοπρέπειας, είναι δεδομένα αμείλικτα που η ελλαδική κοινωνία τα παραβλέπει ανέμελη. Δεν υπάρχει για τους Ελληνες σήμερα παρά ένα και μοναδικό πρόβλημα: το οικονομικό, δηλαδή η μεγιστοποίηση της καταναλωτικής ευχέρειας με τη λιγότερη δυνατή και ανετότερη εργασία. Το ενδεχόμενο να μην επιβιώσει ιστορικά το αποδιοργανωμένο κρατίδιο δεν εμφανίζεται ως προβληματισμός πολιτικός και κοινωνικός, απωθείται στρουθοκαμηλικά.

Ετσι και ο τυχόν διάλογος με τις προκλητικές, αλλά εξαιρετικά σοβαρές απόψεις και στοχοθεσίες του σημερινού υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου περιορίζεται αναγκαστικά σε «ακαδημαϊκό» επίπεδο. Ο κ. Νταβούτογλου θέλει την Τουρκία φορέα του ισλαμικού πολιτισμού με ηγετικό ρόλο στην προαγωγή της πολιτικής συνεργασίας (ή και συνύπαρξης) χωρών που βρίσκονταν άλλοτε κάτω από την οθωμανική κυριαρχία. Να αποκτήσει ο ισλαμικός πολιτισμός, στον γεωγραφικό χώρο τής κάποτε οθωμανικής επικράτειας, πολιτική προτεραιτότητα έναντι του εθνικού κράτους. Ανοιχτός και φιλικός προς τη Δύση, όχι αντίπαλος.

Με δεδομένους τους περιορισμούς συντομογραφίας που επιβάλλει η επιφυλλίδα, κάποιες ελληνικές κριτικές παρατηρήσεις στις παραπάνω στοχοθεσίες θα μπορούσαν να είναι και οι ακόλουθες:

Αν συμφωνήσουμε ότι το περιεχόμενο της λέξης «πολιτισμός», δεν περιορίζεται σε γραφικές ιδιαιτερότητες ηθών, εθίμων, φολκλορικών παραδόσεων και εθνοφυλετικών χαρακτηριστικών, τότε οφείλουμε να διερωτηθούμε αν το Ισλάμ παρήγαγε ποτέ πολιτισμό. Αν πολιτισμός είναι εκείνη η ένσαρκη σε λαϊκό βίωμα «νοηματοδότηση» του βίου που παράγει ιδιαιτερότητα θεσμών της συλλογικότητας και ιδιαιτερότητα Τέχνης, τότε πρέπει να εντοπίσουμε πηγή τέτοιας νοηματοδότησης για το Ισλάμ. Και πηγή δεν υπάρχει. Το Ισλάμ είναι μια θρησκεία χωρίς μεταφυσική, δηλαδή χωρίς οντολογικό προβληματισμό, χωρίς ερώτημα αιτιώδους αρχής των υπαρκτών, ελευθερίας ή αναγκαιότητας. Το Κοράνι (που για τους Τούρκους είναι και γλωσσικά απρόσιτο) περιέχει μόνο πρακτικές εντολές συμπεριφοράς και κάποιες αξιωματικές δοξασίες που μόνο συμπεριφορική ομοτροπία μπορούν να παραγάγουν, όχι πολιτισμό.

Η μεταφυσική μπορεί να παραγάγει πολιτισμό, άρα και πολιτική (μίμηση του όντως υπαρκτού, άθλημα αληθείας), η θρησκεία παράγει μόνο ιδεολογία. Κάθε σύνδεση του Ισλάμ με πολιτικές στοχεύσεις αλλοτριώνει αναπόφευκτα αυτή τη θρησκεία σε ιδεολογία – η πιστοποίηση τεκμηριώνεται σήμερα στην περίπτωση των περισσότερων μουσουλμανικών κοινωνιών. Και είναι προφανέστατος δείκτης εκδυτικισμού, αφού η ιδεολογία είναι τυπικό παράγωγο της μετα-ρωμαϊκής Δύσης: προϊόν του ατομοκεντρισμού και της νοησιαρχίας που θεμελιώνουν ως βασικοί άξονες την ιδιαιτερότητα του δυτικού πολιτισμού.

Ο κ. Νταβούτογλου πρέπει να γνωρίζει ότι το Ισλάμ ως ιδεολογία ή θα είναι «καταστατικά» αντίπαλο προς τη Δύση ή θα αφομοιωθεί οργανικά από τη Δύση σαν ένα από τα τριακόσια τόσα ιδεολογήματα που λειτουργούν στις ΗΠΑ ως «αναγνωρισμένες» θρησκείες.

Τρίτη λύση για την πολιτική χρήση μιας θρησκείας χωρίς μεταφυσική δεν υπάρχει.

Θα είχε ενδιαφέρον ένας Ελληνας να υποδείξει στον κ. Νταβούτογλου τη δυνατότητα, προκειμένου να καταστεί η Τουρκία άξονας πολιτιστικής συνοχής (με συνέπειες πολιτικής συνύπαρξης) των χωρών της άλλοτε οθωμανικής επικράτειας. Αν αποδεχθεί την υπόδειξη, τότε ο Ελληνας θα μπορούσε να παζαρέψει τη συμπερίληψη και της Ελλάδας στην πολιτική συνύπαρξη.

Η ιστορική εμπειρία των Ελλήνων βεβαιώνει ότι η διαφορά της θρησκευτικής ιδεολογίας από τη μεταφυσική θεμελιώνεται στη γνωσιολογία, όχι στην οντολογία. Και πολιτισμό (ετερότητα κοινού τρόπου του βίου) παράγει η κοινή, εμπεδωμένη σε λαϊκή νοοτροπία, γνωσιολογία, όχι η κοινή οντολογία. Δεν είναι το περιεχόμενο που αποδίδουμε στην αλήθεια, αλλά ο τρόπος πιστοποίησης της γνωστικής εγκυρότητας που προσδίδει ειδοποιό διαφορά στη διαμόρφωση του κοινού βίου (ταυτότητα πολιτισμού) και εξασφαλίζει ιστορική συνέχεια της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας.

Το τι θεωρούμε αληθινό (το πώς ορίζουμε τον τρόπο ύπαρξης του αληθινά υπαρκτού) μπορεί να αλλάξει, χωρίς να μεταβληθεί ο πολιτισμός. Αν όμως αλλάξει το κριτήριο επαλήθευσης της γνώσης, το πότε και πώς θεωρούμε ότι αληθεύει η γνώση, τότε μεταβάλλεται συνολικά ο κοινός τρόπος του βίου. Διαφορετικές γνωσιολογίες διαφοροποιούν τους πολιτισμούς, διαφορετικές οντολογίες όχι. Χάρη στην ταύτιση του αληθεύειν με το κοινωνείν ο εκχριστιανισμένος Ελληνισμός διέσωσε την οργανική συνέχεια του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, παρά την υιοθέτηση μιας ριζικά διαφορετικής οντολογίας. Ενώ το ατομοκεντρικό κριτήριο επαλήθευσης της γνώσης (νοησιαρχία, αισθησιαρχία κ.λπ.) παρήγαγε στη μετα-ρωμαϊκή Δύση έναν πολιτισμό με αναποδογυρισμένους τους ελληνικούς όρους.

Θα μπορούσε επομένως να συμπεράνει κανείς ότι το πολιτικό όραμα του Αχμέτ Νταβούτογλου για την Τουρκία θα αποκτούσε ρεαλιστική βάση, με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

Πρώτον, αν συνειδητοποιηθεί από τους φορείς του οράματος ότι η οθωμανική («αυτοκρατορική») προοπτική της Τουρκίας είναι ασυμβίβαστη με τον εκδυτικισμό της, άρα και με τον κεμαλισμό, τα δυτικά ιδεολογήματα περί «λαϊκού» (άθρησκου) κράτους. Τα τελευταία χρόνια η πλειονότητα του λαού μοιάζει να συνειδητοποιεί αυτή την αλήθεια.

Δεύτερη προϋπόθεση: Ο κοινός άξονας πολιτιστικής ενότητας (και πολιτικής συνύπαρξης) των λαών, της άλλοτε οθωμανικής επικράτειας να αναζητηθεί όχι στη θρησκεία του Ισλάμ, αλλά στη λαϊκή κουλτούρα της Ανατολής: Στους μακραίωνες ειθισμούς να βεβαιώνεται η αλήθεια στις διαπροσωπικές σχέσεις και όχι με αναζήτηση ατομοκεντρικών βεβαιοτήτων. Η «πίστη» κάθε λαού μπορεί να διαφέρει, αλλά τη συν-εννόηση ξέρει η Ανατολή να τη βασίζει στην κοινή αίσθηση του «ιερού» και, κυρίως, στην προτεραιότητα των διαπροσωπικών σχέσεων: στην ανθρώπινη «χαρά» της κοινωνίας – στους αντίποδες της αναγκαστής υποταγής σε κάποια «πολιτική» ορθότητα.

Τρίτον, να λειτουργήσει η Ελλάδα ως πολιτισμικός (άρα και πολιτικός) καταλύτης δημιουργικής συμπόρευσης αυτής της μετα-βυζαντινής Ανατολής (υπό τη Νεο-οσμανική ηγεσία) με τη μετα-ρωμαϊκή Δύση (υπό την ηγεσία των Βρυξελλών). Η Δύση διεκδικεί τη συνέχεια του αρχαιοελληνικού κληροδοτήματος, η Τουρκία τη συνέχεια του Βυζαντίου. Η υπαγωγή του σημερινού Ελλαδισμού υπό την οθωμανική επιρροή με παράλληλη τη μετοχή του στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θα ήταν ίσως η τελευταία ευκαιρία να επανέλθει, με ενεργό μετοχή, στο ιστορικό γίγνεσθαι ο Ελληνισμός.

Αν διέσωζε ελληνικότητα το ελλαδικό κρατίδιο.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 6/9/2009