14.12.09

Η επόμενη «φούσκα» θα είναι οικολογική!

Η στρατηγική Κιότο και Κοπεγχάγης δεν αντιμετωπίζει την κλιματική αλλαγή, απλώς μετατρέπει τον άνθρακα σε επικερδές εμπόρευμα

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

Εν μέσω πληθωρικών ελπίδων για πράσινη στροφή του Μπαράκ Ομπάμα σε σύγκριση με τη μυωπικά αντιοικολογική πολιτική Μπους και για λυτρωτικές αποφάσεις της διάσκεψης της Κοπεγχάγης, ώστε να αναχαιτισθεί η κλιματική αλλαγή, οι απόψεις του καθηγητή Τζέιμς Χάνσεν από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια συνιστούσαν χτυπητή παραφωνία.

«Θα προτιμούσα να μην πραγματοποιηθεί (η διάσκεψη) αν πρόκειται να πιστέψει ο κόσμος ότι κινούμαστε σε ορθή τροχιά, ενώ στην πραγματικότητα οδεύουμε προς την καταστροφή», δήλωσε στον Guardiaο Αμερικανός επιστήμονας. Εξίσου επικριτικός εμφανίστηκε έναντι του Ομπάμα, αλλά και του θεωρητικά «πράσινου» πρώην αντιπροέδρου Αλ Γκορ. Με άρθρο στους New York Times, ο Χάνσεν υποστήριξε ότι η λογική τους «στην πραγματικότητα διαιωνίζει την ατμοσφαιρική ρύπανση την οποία ισχυρίζεται ότι αντιμάχεται» και ότι «απλώς επιτρέπει στους υπεύθυνους για τη ρύπανση και στους χρηματιστές της Γουόλ Στριτ να γδάρουν τον κόσμο, αποκομίζοντας δισεκατομμύρια δολάρια».

Αν οι απόψεις αυτές δεν είχαν διατυπωθεί από έναν άνθρωπο σαν τον Χάνσεν, θα απορρίπτονταν βιαστικά ως παρωχημένος αντικαπιταλισμός. Οταν όμως ο υπογράφων τυγχάνει να είναι διευθυντής ερευνών ινστιτούτου της NASA, ίσως ο πλέον αναγνωρισμένος περιβαλλοντολόγος του κόσμου και πάντως ο επιστήμονας εκείνος που έχει «εκπαιδεύσει» όσο κανείς άλλος τους Αμερικανούς πολιτικούς με τις επανειλημμένες καταθέσεις του στο Κογκρέσο, κάποιος λόγος σοβαρός πρέπει να υπάρχει.

Το ισχυρό σημείο της παρέμβασης Χάνσεν είναι ότι πάει πιο βαθιά από τον αφρό της δημοσιογραφικής κάλυψης της Κοπεγχάγης -αν θα έχουμε, τελικά, νομικά δεσμευτικές αποφάσεις ή θα περιοριστούμε σε πολιτική συμφωνία, αν θα βρεθεί κάποιος συμβιβασμός μεταξύ πλουσίων και αναπτυσσόμενων χωρών κ.λπ.- για να φτάσει στην πραγματική ρίζα του προβλήματος. Δηλαδή, στη βασική στρατηγική του διεθνούς «εμπορίου ρύπων», που σημάδεψε όλες τις διεθνείς διασκέψεις, από το Ρίο και το Κιότο μέχρι την Κοπεγχάγη και η οποία αναζητεί οικολογικά αποτελεσματικές λύσεις στο πλαίσιο της αναρχικά ελεύθερης αγοράς. Μια λογική ανάλογη με την επιείκεια της Καθολικής Εκκλησίας, η οποία πουλούσε συγχωροχάρτια κατά τον Μεσαίωνα: οι επίσκοποι μάζευαν λεφτά και οι πιστοί μπορούσαν, ξαλαφρωμένοι, να ριχτούν σε νέες αμαρτίες!

Θεωρητικά, το σύστημα του «cap and trade» λειτουργεί ως εξής: μια πολιτική αρχή (η κυβέρνηση, στο εσωτερικό της χώρας ή μια δεσμευτική συνθήκη, σε διεθνές επίπεδο) καθορίζει ανώτατα όρια εκπομπής ρύπων για τις επιχειρήσεις ή για τα έθνη - κράτη αντίστοιχα. Βάσει αυτών των ορίων, εκδίδονται άδειες εκπομπής ρύπων, οι οποίες πωλούνται και αγοράζονται σαν οποιαδήποτε άλλα προϊόντα, σε τιμές που καθορίζονται από την προσφορά και τη ζήτηση: μια χώρα ή επιχείρηση που ρυπαίνει λιγότερο από το όριο που της έχει πιστωθεί μπορεί να πουλήσει τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων που της περισσεύουν σε μια άλλη χώρα ή επιχείρηση. Τα έσοδα από αυτό το εμπόριο διοξειδίου του άνθρακα τροφοδοτούν προγράμματα «πράσινης» ανάπτυξης, ενώ το κίνητρο της μείωσης του κόστους οδηγεί όλους στον περιορισμό των ρύπων, με αποτέλεσμα τα επιτρεπτά όρια να μειώνονται διαρκώς.

οπως έγραψε όμως ο Χάνσεν, «η στρατηγική που βασίζεται στην ελεύθερη αγορά, όσο κι αν εγκωμιάστηκε διεθνώς, αποδείχθηκε αναποτελεσματική ως προς την επιβράδυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη». Ο βασικός λόγος είναι απλός: αν πέσουν σημαντικά οι εκπομπές ρύπων, τότε, βάσει του νόμου προσφοράς και ζήτησης, θα πέσει η τιμή του άνθρακα. Επομένως, οι μεν πωλητές δικαιωμάτων εκπομπής θα έχουν λιγότερα χρήματα για να στηρίξουν τις «πράσινες» πολιτικές τους, οι δε αγοραστές θα έχουν ισχυρότερα κίνητρα να συνεχίσουν να ρυπαίνουν. Κατ' αυτό τον τρόπο, η «αυτορρυθμιζόμενη αγορά» θα έχει ως συνέπεια την… επαναφορά των ρύπων στο προηγούμενο, υψηλό επίπεδο!

Θεωρητική εικασία; Κάθε άλλο! Στις 31 Οκτωβρίου, η γαλλική Le Monde, κάτω από τον τίτλο «η αγορά των τρελών», δημοσίευσε αποκαλυπτικό ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο μπλόκαρε, στην Κομισιόν, αναλυτικό σχέδιο για την εξοικονόμηση ενέργειας στα κράτη - μέλη κατά 20%. Ο λόγος; Η εξοικονόμηση ενέργειας θα έριχνε την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα πολύ κάτω από τα 15 ευρώ τον τόνο, όπου κυμαίνεται σήμερα, με αποτέλεσμα να χάσει πολλά χρήματα η Ευρώπη από τις πωλήσεις δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων σε τρίτες χώρες. Με άλλα λόγια, είναι καλύτερα να αναπνέουμε περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα, παρά να χάσουμε τα χρήματα που πληρώνουν οι Κινέζοι ή οι Ινδοί για να εκπέμπουν και αυτοί περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα!

Η σχιζοφρενική κατάσταση επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι η λεγόμενη «αντιστάθμιση» - η οποία δίνει, για παράδειγμα, το δικαίωμα στην Αμερική ή στη Βραζιλία να ρυπαίνουν περισσότερο με το επιχείρημα ότι δεν καταστρέφουν, τόσο γρήγορα όσο θα το επιθυμούσαν, τους μεγάλους δρυμούς ή τα τροπικά δάση της Αμαζονίας αντίστοιχα. Ο δεύτερος και κυριότερος είναι η δημιουργία νέων, χρηματιστικών παραγώγων, κυριολεκτικά «τοξικών προϊόντων» της Γουόλ Στριτ, πάνω στις άδειες εκπομπής ρύπων, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που δημιουργήθηκαν τα διαβόητα παράγωγα CDS πάνω στα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, στις ΗΠΑ.

Οπως αποκάλυψε πρόσφατα η Wall Street Journal, τα χρηματιστικά παράγωγα πάνω στο εμπόριο του άνθρακα ανέρχονται σήμερα σε 100 δισ. δολάρια και προβλέπεται να εκτοξευθούν στα 3 τρισ το 2020. Στο Πράσινο Χρηματιστήριο, το οποίο έχει ήδη δημιουργηθεί, δραστηριοποιούνται όλοι οι γίγαντες της Γουόλ Στριτ: Μόρκγαν Στάνλεϊ, Σίτιγκρουπ, Γκόλντμαν Σακς, Μπανκ οφ Αμέρικα, Τζ.Π. Μόργκαν και πάει λέγοντας. Οι εν λόγω επενδυτικές τράπεζες τσέπωσαν τα τρισ. δολαρίων που τους έδωσαν οι κυβερνήσεις Μπους και Ομπάμα και, αντί να αποπληρώσουν τα χρέη από τα στεγαστικά δάνεια, έριξαν ζεστό χρήμα στον καινούργιο, «πράσινο» τζόγο του άνθρακα, αποδεικνύοντας έτσι πόσο αποτελεσματικός μπορεί να γίνει ο «καπιταλισμός του καζίνο» στην ανακύκλωση της… βλακείας!

Ληστεία σε βάρος του Τρίτου Κόσμου

Μια από τις εναλλακτικές ιδέες που έχει προταθεί στη θέση του συστήματος «cap and trade» στηρίζεται στον λεγόμενο «φόρο άνθρακα», δηλαδή στην επιβάρυνση της τιμής όλων των προϊόντων ανάλογα με τη συμβολή τους στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Πέραν των άλλων προβλημάτων που θέτει αυτή η ιδέα, όμως, τίθεται ζήτημα έμμεσου προστατευτισμού εναντίον των προϊόντων του Τρίτου Κόσμου: η Δύση θα επιβάλλει προστατευτικούς δασμούς στα κινέζικα ή τα ινδικά προϊόντα και θα ισχυρίζεται ότι το κάνει, όχι επειδή είναι πιο ανταγωνιστικά από τα δικά της, αλλά επειδή είναι πιο «βρώμικα».

Επιπλέον, η πίεση της Δύσης προς τις νέες βιομηχανικές δυνάμεις της περιφέρειας, που ενοχοποιούνται για μεγάλο μέρος της παγκόσμας ρύπανσης, αποσιωπά ορισμένες ενοχλητικές αλήθειες. Αίφνης, η κάποια μείωση, αναλογικά, της εκπομπής ρύπων από τη Δύση οφείλεται εν πολλοίς στη μεταφορά μεταποιητικών βιομηχανιών προς την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Με άλλα λόγια, η Δύση έκανε εξαγωγή ρύπανσης σε αυτές τις χώρες, τις οποίες καλεί στη συνέχεια να πληρώσουν, και μάλιστα διπλά: πρώτα, με την απαίτηση να αντιμετωπίσουν μέσα σε δύο δεκαετίες αυτό που η Δύση δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει σε δύο αιώνες βιομηχανικής επανάστασης και έπειτα, μέσω της πώλησης των «δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων».

Δεν υπάρχουν σχόλια: